Τα παραπάνω σημειώνονται όχι προς απαξίωση της πολιτικής νίκης του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά επειδή θέλω να επιμείνω ότι δεν μπορεί κάθε τόσο ο κάθε πολιτικός αρχηγός να πιέζει τους ψηφοφόρους να επιλέγουν με άλλο στόχο και για άλλα ζητήματα από τα κρινόμενα στην κάλπη. Όσοι λίγοι ψηφοφόροι είχαν την επιθυμία να επιλέξουν άξιους ευρωβουλευτές είχαν δικαίωμα να το κάνουν χωρίς να επηρεάζονται από τον φόβο ότι η ψήφος τους θα υπέκειτο στη δημιουργική ερμηνεία του Τσίπρα ή του Βενιζέλου.
Αφήνουμε, λοιπόν, κατά μέρος τα περί δημοψηφίσματος και μένουμε στο αυτονόητο- ότι μία ευρεία νίκη του ΣΥΡΙΖΑ με αντίστοιχη καθίζηση των κυβερνητικών κομμάτων θα ήγειρε εκ των πραγμάτων πολιτικό ζήτημα κι ας μην επηρέαζε κατά το Σύνταγμα την εξουσία της κυβέρνησης όσο διατηρεί την εμπιστοσύνη της Βουλής.
Αυτή η ευρεία νίκη δεν ήρθε. Και θα πρότεινα, επ' αυτού, να ανατρέξει κανείς όχι τόσο στα ποσοστά, όσο στους απόλυτους αριθμούς – με πρώτους εκείνους των εγκύρων ψηφοδελτίων. Στέκομαι σ' αυτό διότι η αποχή ήταν σχετικά μικρή για ευρωεκλογές (αλλά πάντως 40,04% έναντι 37,53% στις βουλευτικές του Ιουνίου 2012), υπήρξε όμως πολύ μεγαλύτερος αριθμός λευκών και ακύρων, με αποτέλεσμα τα έγκυρα ψηφοδέλτια την Κυριακή να είναι περίπου 450.000 (449.229 για την ακρίβεια) λιγότερα από εκείνα του Ιουνίου 2012. Με δεδομένο ότι στις ευρωεκλογές η διαφορά ψήφων μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ ήταν 220.667, αν υποθέσει κανείς ότι όσοι προτίμησαν λευκό ή άκυρο είναι απίθανο να ήταν οπαδοί του ΣΥΡΙΖΑ, αντιλαμβάνεται ότι σε μία –πολύ περισσότερο πολωτική- εθνική εκλογή η «επάνοδος» αυτών των 450.000 σε «θετική» ψήφο θα αρκούσε να ανατρέψει τη διαφορά. Άλλωστε ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ, παρά τη νίκη του, έλαβε 139.000 ψήφους λιγότερες απ' όσες τον Ιούνιο 2012.
Αν στις εκτιμήσεις μας είναι φυσικό να στεκόμαστε περισσότερο στο τι μπορεί να κάνει η κυβέρνηση για να απαλύνει τη δυσαρέσκεια, οι παραπάνω αριθμοί δείχνουν ένα πρόβλημα και για τον ΣΥΡΙΖΑ. Αν θεωρήσει κανείς ότι οι περί δημοψηφίσματος εκκλήσεις συσπείρωσαν το εκλογικό κοινό της παράταξης και δεν το άφησαν αδιάφορο (πράγμα για το οποίο δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι, είναι όμως εύλογη υπόθεση), η απώλεια ψήφων έναντι του Ιουνίου 2012 και η νίκη με διαφορά μικρότερη από την αύξηση των λευκών και ακύρων μπορεί να καθρεφτίζουν σχετική εξάντληση του εκλογικού δυναμισμού του κόμματος. Αν αυτό είναι το «ταβάνι», η νίκη σε εθνικές εκλογές δεν μπορεί να προεξοφλείται.
Μιλώντας (ή μάλλον γράφοντας) από τη σκοπιά ενός τρίτου, πιστεύω πάντως ότι, αν τα παραπάνω ισχύουν, συνιστούν πρόβλημα για τη χώρα, καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει –μέχρι νεοτέρας φυσικά- ο σχηματισμός που θα μπορούσε να φέρει κάποια ανανέωση στο κουρασμένο, αν όχι ληγμένο ελληνικό πολιτικό σκηνικό –και προσωπικό. Αν «εξαντλήθηκε», υπάρχει κενό. Για να μην εξαντληθεί, όμως, χρειάζεται να αντιμετωπίσει την εξωφρενική κακοφωνία και τις εσωτερικές διαφορές σε κεντρικά ζητήματα, που μπορεί να μη φοβίζουν τόσο σε ευρωεκλογές, θα φοβίσουν όμως πολλούς όταν προσέλθουν στην εθνική κάλπη. Ο κ.Τσίπρας δεν έφτιαξε το κόμμα, ώστε να μπορεί να σιγάζει τη ρητορική της ελαφρόνοιας με διαγραφές αλά Αντρέα. Ίσως όμως διαπιστώσει, αφού πρώτα ωριμάσει και ο ίδιος στον λόγο του, ότι χωρίς τέτοιους χειρισμούς υπάρχει κίνδυνος η κυβερνητική εξουσία να του ξεγλιστρήσει ανεπιστρεπτί.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr