Με αυτή τη φράση είχε εξηγήσει ο Κέσλερ, σε διάλεξή του στο Κάρνεγκι Χολ το 1948, γιατί κατά τη γνώμη του έπρεπε να καταγγέλλει κανείς τα σταλινικά εγκλήματα ακόμη και αν έτσι συνέπλεε (σε αυτό το σημείο) με παρατάξεις και ανθρώπους που αποστρεφόταν εξίσου. Το ότι αντιδημοκρατικοί τύπου Μακάρθι θα έσπευδαν να εκμεταλλευθούν την καταγγελία δεν ήταν επαρκής αιτία να συγκαλύπτει κανείς τι συνέβαινε τότε στην ΕΣΣΔ και τις ανατολικοευρωπαϊκές χώρες.
Ανέσυρα τη φράση όχι επειδή τα δικαστικά δρώμενα στην Ελλάδα έχουν την παραμικρή σχέση με τα πεπραγμένα του Στάλιν (θου, Κύριε...), αλλά επειδή έχω την αίσθηση ότι πολλοί νομικοί (και μη) διστάζουν να εκφράσουν τις επιφυλάξεις τους για ορισμένες δικαστικές ενέργειες εξαιτίας του φόβου ότι θα χαρακτηρισθούν συμπλέοντες με χώρους που βδελύσσονται – από τη Χρυσή Αυγή μέχρι τους χρυσοκάνθαρους των αδιαφανών δανειοδοτήσεων.
Κατ' εμέ δεν πρέπει. Με την αυτονόητη επισήμανση ότι δεν μπορεί κανείς να έχει έγκυρη γνώμη αν δεν γνωρίζει τον φάκελο της κάθε υπόθεσης, πρέπει πάντως να υπενθυμίζουμε διαρκώς ότι το τεκμήριο της αθωότητας καλύπτει κάθε κατηγορούμενο, όσο και αν μας είναι απεχθής, και ότι η προφυλάκιση, που αποστερεί τον ύποπτο από την ελευθερία του ενώ δεν έχει ακόμη δικαστεί, είναι ακραίο μέτρο που πρέπει να διατάσσεται με περισσή αυτοσυγκράτηση, ακόμη και αν τα αισθήματά μας έναντι του υπόπτου υπερβαίνουν την απέχθεια.
Η φειδώ και η νηφαλιότητα που πρέπει να επιδεικνύουν οι δικαστικές αρχές στα θέματα αυτά δεν –πρέπει να- αναιρούνται ούτε από την καλοπροαίρετη αίσθηση ότι επιτελούν μία ευρύτερη εξυγιαντική λειτουργία, ούτε από την επίγνωση ότι οι δίκες καθυστερούν, ενώ η κοινή γνώμη θέλει «αίμα» τώρα. Οι δικαστές δεν είναι εκλεγμένοι, δεν τους έχει ανατεθεί η κοινωνική εξυγίανση, δεν είναι αρμόδιοι για την αλλαγή των νόμων και της δικαστηριακής δομής μέσω των οποίων θα ήταν ίσως εφικτή η επιτάχυνση των δικών. Βρίσκονται εκεί για να κρίνουν κάθε κατηγορούμενο υπό τις προβλεπόμενες δικονομικές εγγυήσεις.
Στην ίδια «κεσλεριανή» γραμμή, όσο και αν κινδυνεύουμε να συμπλεύσουμε κατά σύμπτωση με ανθρώπους ξένους προς τις αρχές μας και επικίνδυνους, πρέπει να υπενθυμίζουμε και δύο παραμέτρους επί της ουσίας:
Πρώτον, ότι ο χαρακτηρισμός μιας πολιτικής παράταξης (όπως και ενός σωματείου, άλλωστε) ως εγκληματικής οργάνωσης κρύβει κινδύνους και πρέπει να γίνεται με πολλή προσοχή και αδιάσειστα στοιχεία: αφενός επειδή μπορεί να ενοχοποιήσει επί κακουργήματι ανθρώπους χωρίς ενεργό συμμετοχή σε (άλλο) κακούργημα, αφετέρου επειδή στην περίπτωση των πολιτικών κομμάτων άγει τα δικαστήρια σε παρέμβαση στην πολιτική έκφραση.
Δεύτερον, ότι, όποτε εκ των υστέρων αξιολογούμε ποινικά συμπεριφορές ενταγμένες σε μία ευρύτερη κατάσταση, όπως οι οικονομικές συναλλαγές, πρέπει να έχουμε κατά νου πώς ήταν η κατάσταση στον κρίσιμο χρόνο, όπως π.χ. πώς δίνονταν τότε τα δάνεια. Έκτοτε, άλλωστε, δεν «κοκκίνισαν» μόνο τα επιχειρηματικά δάνεια, αλλά και τεράστιο ποσοστό του στεγαστικού και καταναλωτικού δανεισμού.
Προσοχή, δεν ισχυρίζομαι ότι πρέπει να μην ερευνηθούν οι πολιτικοί γκάνγκστερς ή οι πονηροί δανείσαντες και δανειολήπτες. Υποστηρίζω μόνο ότι αυτό πρέπει να γίνεται με προσοχή και με τις κείμενες εγγυήσεις υπέρ των κατηγορουμένων. Και αν μου αντιτείνετε ότι το ίδιο λένε οι τόσο ξένοι προς τις αρχές μας εν προκειμένω κατηγορούμενοι, δεν έχω άλλη απάντηση από εκείνη του Κέσλερ...
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr