Ανακαλώ τη συζήτηση με αφορμή την καταστροφή της Κύπρου, επειδή έχω την αίσθηση ότι οι περισσότεροι από μας τείνουμε ακόμη, μέσα σε αυτήν την κρίση που σοβεί γύρω μας, να παίρνουμε το ένα ή το άλλο μέρος απορρίπτοντας κάθε αντίθετη ανάγνωση, ενώ οι συνιστώσες είναι πολλές και ενδέχεται να ισχύουν ταυτόχρονα περισσότερες ερμηνείες, ανεξάρτητες από εθνικά πάθη ή λεονταρισμούς. Σπεύδοντας να διευκρινίσω ότι δεν έχω τις απαντήσεις, αποπειρώμαι να καταγράψω μερικά ερωτήματα, που νομίζω ότι δεν είναι πλέον δυνατόν να αντιπαρερχόμαστε:
- Η συνδρομή ειδικών συνθηκών και ευθυνών για την υπερχρέωση του δημοσίου ή των τραπεζών καθεμιάς από τις προβληματικές χώρες (για την Ελλάδα π.χ. η καταστρεπτική από πλευράς δαπανών διακυβέρνηση Καραμανλή και, σε δεύτερο χρόνο, οι άστοχοι χειρισμοί Παπανδρέου) είναι άραγε η μόνη αιτία του χρέους ή συμβάλλει στο πρόβλημα και η διαχείριση του ευρώ, που ενισχύει τα πλεονάσματα του Βορρά (και δη της Γερμανίας, αφού π.χ. τα ολλανδικά νοικοκυριά είναι υπερχρεωμένα) έναντι του Νότου; Αν ισχύει και αυτό, πώς θα εξομαλυνθεί αυτή η τάση χωρίς διαφορετική διαχείριση του νομίσματος ή απευθείας στήριξη των ελλειμματικών από τους πλεονασματικούς εταίρους;
- Αν η διαχείριση του νομίσματος δεν αλλάζει και η ευρωπαϊκή ενοποίηση δεν προχωρεί, μέχρι πόσο θα παραμένει απόλυτη προτεραιότητα η παραμονή μιας χώρας στο ευρώ; Πόση οικονομική ασφυξία εντός του ευρώ είναι προτιμότερη από μια τραυματική επανεκκίνηση εκτός αυτού;
- Πώς προσδοκάται ανάπτυξη χωρίς παροχή ρευστότητας στην οικονομία; Και από πού θα βρεθεί η ρευστότητα, όταν τα προγράμματα λιτότητας συνδυάζουν περικοπές μισθών και κερδών με αύξηση φόρων, στραγγίζοντας την αγορά από εσωτερικά κεφάλαια και συντηρώντας ταυτόχρονα την αβεβαιότητα για το μέλλον των προβληματικών χωρών στην ευρωζώνη– που με τη σειρά της αποθαρρύνει τις ξένες άμεσες επενδύσεις;
- Πόσο εύλογη είναι η εισαγωγή παραμέτρων ηθικής, αληθινών ή προσχηματικών, στη συζήτηση περί πρακτέου στην οικονομία; Στόχος μας είναι ο έπαινος των εναρέτων και ο κολασμός των αφρόνων και πονηρών ή πρωτίστως η ανάπτυξη και η εμπέδωση της εμπιστοσύνης στη δυναμική της οικονομίας; Αν προέχει ο δεύτερος στόχος, πόσο συμβιβάζεται με τον πρώτο;
- Πόσο ευσταθούν οι ηθικές παράμετροι, των οποίων γίνεται επίκληση; Η Γερμανία προκόβει μόνο επειδή είναι …προκομμένη ή και λόγω της συντήρησης των πλεονασμάτων της μέσω ευρώ; Οι καταθέτες με ποσά άνω των 100 χιλιάδων είναι εξ ορισμού πιο ανήθικοι από εκείνους με λιγότερα; Όσοι καταθέτουν σε γερμανικές τράπεζες ή αγοράζουν γερμανικά ομόλογα είναι άσπιλοι και αμόλυντοι και άρα άξιοι προστασίας – ή μέσω της ηθικής ρητορείας επιδιώκεται και η σπορά της ανασφάλειας σε όλους τους υπόλοιπους προκειμένου να δανείζεται φθηνά και να προσελκύει τραπεζικές καταθέσεις η Γερμανία με τους δορυφόρους της;
- Πόσο λογικές είναι οι απόψεις αυτού του Ντάισελμπλουμ ότι οι καταθέτες φέρουν το βάρος επιλογής των τραπεζών τους; Ο μέσος αποταμιευτής θα ψάχνει κάθε μέρα να δει την κεφαλαιακή επάρκεια της τράπεζάς του; Γιατί τότε ο ίδιος άνθρωπος κούρεψε εν χρω τους ομολογιούχους της ολλανδικής τράπεζας SNS που μπατάρισε ενδόξως, αλλά όχι τους καταθέτες;
Για να επανέλθω στην αρχή, ασφαλώς κάναμε λάθη ή και εγκλήματα, ασφαλώς οικοδομήσαμε ένα αδηφάγο Δημόσιο που κατασπατάλησε πόρους, ασφαλώς δεν έχουμε άνευ ετέρου δικαίωμα να μας δανείζουν κάποιοι άλλοι και να χάνουν τα λεφτά τους. Όλα όμως τα παραπάνω ερωτήματα – και πολλά άλλα- ισχύουν ακόμη και αν εμείς αμαρτήσαμε σε βαθμό παραπομπής στο Καθαρτήριο. Και μετά τις διαδοχικές «ειδικές» περιπτώσεις χωρών, που καταστρέφονται η μία μετά την άλλη, νομίζω ότι κανείς δεν μπορεί να αποφεύγει τη συζήτησή τους. Ούτε καν το Βερολίνο.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr