Η απειλητική αφίσα είναι, σύμφωνα τουλάχιστον με τον συνεργάτη της στήλης που μου την απέστειλε, από πρώιμη αμερικανική αντιαλκοολική εκστρατεία του 1919 – πριν η απαγόρευση αποκτήσει ισχύ νόμου και καταρρεύσει ενδόξως (αφού είχε κάνει πλούσιες μερικές καλές οικογένειες). Η απειλή των κυριών της φωτογραφίας είναι σαφής – χείλη που αγγίζουν αλκοόλ δεν θα αγγίξουν τα δικά τους. Αφίλητα (αντί άλαλα), σαν να λέμε, θα μείνουν τα χείλη των ασεβών-αλκοολικών. Φαίνεται, όμως, ότι το κάλλος των εικονιζομένων, αναμφισβήτητο ασφαλώς, δεν άρκεσε παρά ταύτα απέναντι στην πλανεύτρα γοητεία της φιάλης – και ότι οι αποδέκτες της απειλής προτίμησαν να μη δοκιμάσουν τα χείλη (αυτών) των κοριτσιών, αλλά να εμμείνουν στα ποτά τους. Η εμμονή τους δεν αποκλείεται, μάλιστα, να οδηγήθηκε και από σκέψεις ηπατικής υγείας – από τον φόβο, δηλαδή, μήπως, αν φιλήσεις τέτοια πλάσματα, μετά κινδυνεύεις να πέσεις στο οινόπνευμα χωρίς φραγμό.
Το απρόβλεπτο αυτό αποτέλεσμα θυμίζει πόσο προσεκτικός πρέπει να είναι κανείς όποτε απευθύνει απειλές ή τελεσίγραφα (τυπικό παράδειγμα από μακρά εμπειρία: «με αυτούς τους όρους δεν μπορούμε να συνεχίσουμε» - οπότε εκείνη αυθωρεί συνεχίζει με άλλον) – ή και όταν αποφασίζει δημοψηφίσματα και διατυπώνει τα σχετικά ερωτήματα. «Θέλετε να είμαστε αξιοπρεπής εταίρος της Ευρωζώνης», λες, «ή να περιέλθουμε σε ανυποληψία χρεοκόπου:» και είσαι σίγουρος για την απάντηση – μέχρι που συνειδητοποιείς ότι σκοτιστήκαμε για την ανυποληψία -και για την αξιοπρέπεια, ιδίως αν δεν έχουμε αντιληφθεί ότι η ανυποληψία έχει και οικονομικό κόστος (πήγα να γράψω «δραχμικό» κόστος και πάγωσα με τον συνειρμό που θα προκαλούσε η λέξη). Ή ρωτάς «θέλετε να γίνουν μεταρρυθμίσεις που θα εξυγιάνουν τον δημόσιο τομέα και θα επιβάλουν διαφάνεια;», ο κόσμος θέλει, βέβαια, αλλά, επειδή ξέρει ότι έννοιες όπως εξυγίανση και διαφάνεια είναι εξαιρετικά ρευστές, φοβάται πως εννοείς «να κοπούν κι άλλο οι μισθοί» και ρίχνει όχι ξεγυρισμένο. [Τότε εσύ κόβεις τους μισθούς ούτως ή άλλως και λες κάτι δυνατό, όπως «νίκησε η τοπική αυτοδιοίκηση».
Τα μεταξωτά τελεσίγραφα χρειάζονται, σαν να λέμε, μαεστρία. Λες π.χ. «χείλη που θα αγγίξουν ποτό δεν θα αγγίξουν τα δικά μου» αλλά συμπληρώνεις «ε, εντάξει μέχρι ένα ή δύο ποτά το βράδυ», οπότε όλα συνδυάζονται. Ή μειώνεις πρώτα τους μισθούς και μετά κάνεις ένα δημοψήφισμα με ερώτημα «θέλετε να αλλάξουν τα άρθρα χ, ψ και ζ του Συντάγματος»; Αν χάσεις, λες τι να γίνει, δεν θέλανε – και ξαναμειώνεις τους μισθούς, για τους οποίους δεν έχεις θέσει κανένα ερώτημα.
Με αυτόν τον τρόπο μπορεί, βέβαια, να σε πούνε μπαγαμπόντη, αλλά μήπως δεν θα το έλεγαν ούτως ή άλλως (ακόμη και αν δεν ήσουν); Το πολύ αποσύρεσαι στη Ραφήνα και περιμένεις δυο-τρεις μήνες να το ξεχάσουν.
Ακολουθήστε το reporter.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr