Σύμφωνα με το άρθρο 115 παρ.2 Κ.Φ.Ε., τα πρόσωπα αυτά κατά το χρόνο διάλυσής της, ευθύνονται προσωπικώς και αλληλεγγύως, δηλαδή όλοι μαζι και με την προσωπική τους περιουσία για την πληρωμή φόρων εισοδήματος που οφείλονται από την Ε.Π.Ε., καθώς και των φόρων που παρακρατούνται, ανεξάρτητα από το χρόνο βεβαίωσής τους. Στην έννοια των εντεταλμένων στη διοίκηση του νομικού προσώπου περιλαμβάνονται και τα πρόσωπα στα οποία η διοίκηση του νομικού προσώπου ανατέθηκε με την ιδιωτική βούληση του οργάνου που έχει κατά νόμο τη διοίκηση και εκπροσώπηση του νομικού προσώπου, τέτοια δε περίπτωση συνιστά και η εκ μέρους του κατά νόμο διαχειριστή Ε.Π.Ε. χορήγηση πληρεξουσιότητας σε τρίτο πρόσωπο.
Στην παρ. 3 του άρθρου 115 Κ.Φ.Ε. προβλέπεται επίσης ότι τα άνω πρόσωπα ευθύνονται προσωπικώς και αλληλεγγύως για τους παρακρατούμενους φόρους και κατά τη διάρκεια της λειτουργίας του νομικού προσώπου που εκπροσωπούν, ως εξής:
i) Αν έχει γίνει η παρακράτηση φόρου, όλα τα πρόσωπα που είχαν μία από τις παραπάνω ιδιότητες από τη λήξη της προθεσμίας απόδοσης του φόρου και μετά και
ii) Αν δεν έχει γίνει η παρακράτηση φόρου, όλα τα πρόσωπα, που είχαν μία από τις πιο πάνω ιδιότητες κατά το χρόνο που υπήρχε η υποχρέωση παρακράτησης του φόρου.
- Σύμφωνα με το άρθρο 22 παρ. 7 Ν.2648/1998, οι διατάξεις της ως άνω παραγράφου 3 του άρθρου 115 Κ.Φ.Ε. εφαρμόζονται και για Φ.Π.Α, καθώς και για οφειλές φόρου κύκλου εργασιών.
Επίσης, κατ’ άρθρο 55 στοιχείο β’ Ν. 2859/2000 (κώδικας Φ.Π.Α), επεκτείνεται η ευθύνη των νομικών προσώπων για απόδοση ΦΠΑ και στους νομίμους εκπροσώπους αυτών, κατά το χρόνο διάλυσης, συγχώνευσης ή μετατροπής τους, ανεξάρτητα από το χρόνο βεβαίωσης του φόρου, οι οποίοι ευθύνονται για την καταβολή του οφειλόμενου φόρου αλληλεγγύως και εις ολόκληρο με το νομικό πρόσωπο.
- Περαιτέρω, κατ’ άρθρο 20 του Ν.2523/1997 για τη φοροδιαφυγή, ως αυτουργοί του εγκλήματος της φοροδιαφυγής κατ’ άρθρο 19 (έκδοση, αποδοχή ή νόθευση πλαστών ή εικονικών φορολογικών στοιχείων) στις εταιρείες περιορισμένης ευθύνης θεωρούνται οι διαχειριστές αυτών και όταν ελλείπουν ή απουσιάζουν, ο κάθε εταίρος.
Τα ανωτέρω πρόσωπα τιμωρούνται εφόσον κατά το χρόνο διάπραξης του αδικήματος είχαν την ιδιότητα αυτή και εφόσον γνώριζαν ή από την ιδιότητά τους και εν όψει των συγκεκριμένων περιστάσεων γίνεται φανερό ότι γνώριζαν για τις πράξεις ή παραλείψεις, με τις οποίες εκπληρώθηκαν οι όροι των αδικημάτων.
Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 25 Ν.1882/1990, όποιος δεν καταβάλλει τα βεβαιωμένα στις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ) και τα τελωνεία χρέη προς το Δημόσιο, τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, τις επιχειρήσεις και τους οργανισμούς του ευρύτερου δημόσιου τομέα, για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τεσσάρων μηνών, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης: i) Έως 1 έτος, εφόσον το συνολικό χρέος από κάθε αιτία, συμπεριλαμβανομένων των κάθε είδους τόκων ή προσαυξήσεων μέχρι την ημερομηνία σύνταξης του πίνακα χρεών υπερβαίνει το ποσό των 5.000,00 ευρώ,ii) 6 τουλάχιστον μηνών, εφόσον το συνολικό χρέος, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ανωτέρω περίπτωση i) υπερβαίνει το ποσό των 10.000,00 ευρώ,iii) 1 τουλάχιστον έτους, εφόσον το συνολικό χρέος, σύμφωνα με τα ως άνω οριζόμενα υπερβαίνει το ποσό των 50.000,00 ευρώ και
iv) 3 τουλάχιστον ετών, εφόσον το συνολικό χρέος, κατά τα ανωτέρω, υπερβαίνει το ποσό των 150.000,00 ευρώ.
Χρόνος τέλεσης του αδικήματος είναι το χρονικό διάστημα από την παρέλευση των 4 μηνών μέχρι τη συμπλήρωση χρόνου αντίστοιχου με το 1/3 της κατά περίπτωση προβλεπόμενης προθεσμίας παραγραφής.
Η ποινική δίωξη ασκείται ύστερα από αίτηση του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ ή του Τελωνείου προς τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών της έδρας τους, που συνοδεύεται υποχρεωτικά από πίνακα χρεών, συμπεριλαμβανομένων των κάθε είδους τόκων ή προσαυξήσεων.
Η πράξη μπορεί να κριθεί ατιμώρητη, εάν το ποσό που οφείλεται εξοφληθεί μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης σε οποιονδήποτε βαθμό. Σύμφωνα δε με την παρ. 2 του άρθρου 25 Ν.1882/1990, οι προβλεπόμενες ποινές που αναφέρονται ανωτέρω επιβάλλονται και προκειμένου για Ε.Π.Ε. στους διαχειριστές αυτών, και όταν ελλείπουν, αδιάφορα από το λόγο ελλείψεώς τους ή όταν απουσιάζουν αυτοί από την έδρα της εταιρείας χωρίς να είναι γνωστό στη δημόσια οικονομική υπηρεσία ή στο τελωνείο όπου είναι βεβαιωμένα τα χρέη που ευρίσκονται, σε κάθε εταίρο, σωρευτικά ή μη.
Για τα άνω πρόσωπα η ποινική δίωξη ασκείται για τα χρέη που ήταν βεβαιωμένα κατά το χρόνο απόκτησης της πιο πάνω ιδιότητας ή βεβαιώθηκαν κατά τη διάρκεια που είχαν τη συγκεκριμένη ιδιότητα, ανεξάρτητα αν μεταγενέστερα απέβαλαν την ιδιότητα αυτή με οποιονδήποτε τρόπο ή για οποιαδήποτε αιτία, καθώς και για χρέη που βεβαιώθηκαν ανεξάρτητα από τη λύση ή μη των νομικών προσώπων, αλλά γεννήθηκαν ή ανάγονται στο χρόνο που είχαν την ιδιότητα αυτή.
Επομένως, ένας διαχειριστής Ε.Π.Ε. μπορεί να υπέχει ποινική ευθύνη κατά τα ανωτέρω στην περίπτωση που δεν καταβάλλονται από την υπόχρεο εταιρεία βεβαιωμένες σε Δ.Ο.Υ οφειλές και χρέη προς το Δημόσιο, ήτοι προς
Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία ή και προς ΟΤΑ, δηλαδή ο ανωτέρω κίνδυνος υφίσταται και στην περίπτωση των οφειλών από δημοτικούς φόρους και τέλη, αλλά και από άλλους φόρους και χρέη προς το Δημόσιο εν γένει.
Αναστασία Χρ. Μήλιου
Δικηγόρος παρ’Εφέταις Αθηνών
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr