Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr
![Reporter.gr on Google News](/images/google%20news/reporter%20news%20300x100.png)
Για τους περισσότερους ήταν μία ακόμη επιχειρηματική είδηση, που δεν αφορά την χώρα. ΤΕΡΑΣΤΙΟ ΛΑΘΟΣ, η είδηση αυτή είναι απόλυτα συνυφασμένη με την νεότερη ιστορία χώρας.
Η αρχή της κινητής τηλεφωνίας
Η ιστορία ξεκινάει κάπου στα 1987-1988 όταν αρχίζει να ωριμάζει και στην Ελλάδα η έννοια της κινητής τηλεφωνίας. Τότε που ξεκινά και ο πρώτος δοκιμαστικός διαγωνισμός για την ανάπτυξη του πρώτου δικτύου κινητής τηλεφωνίας. Συμμετέχουν επτά επιχειρηματικά σχήματα: Intracom-Racal Electronics, Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη, GTE, British Telecom, France Telecom, Nordic Mobile και Telecom Italia. Προτείνονται δύο τεχνολογίες. Το σκανδιναβικό πρότυπο NMT 600 και το πρότυπο της Racal Electronics, το E-TACS 900, που ήδη λειτουργούσε στην Αγγλία με μεγάλη επιτυχία. Ο διαγωνισμός δεν προχωρά, γιατί παράλληλα η Επιτροπή Groupe Special Mobile (GSM) που έχει σχηματίσει η Ευρωπαϊκή Διάσκεψη Διοικήσεων Ταχυδρομείων και Τηλεπικοινωνίων εισηγείται και τελικά επιβάλει τους κοινούς ευρωπαϊκούς κανόνες ανάπτυξης του πανευρωπαϊκού συστήματος κινητής τηλεφωνίας GSM (από το όνομα της επιτροπής) που προσελκύει το επενδυτικό ενδιαφέρον όλων των μεγάλων τηλεπικοινωνιακών παρόχων.
Σε πανευρωπαϊκό επίπεδο αποφασίζεται η συντονισμένη εισαγωγή του προτύπου GSM την περίοδο 1991-1993 σε όλα τα κράτη-μέλη της τότε, Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Κάθε χώρα είχε το δικαίωμα να εκδώσει δύο άδειες κινητής τηλεφωνίας. Η πρώτη άδεια για τον εθνικό τηλεπικοινωνιακό οργανισμό και η άλλη για μία ιδιωτική εταιρεία τηλεπικοινωνιών.
Μετά από αυτή την εξέλιξη ξεκινά στην Ελλάδα τον Σεπτέμβριο 1991 από την κυβέρνηση Κωνσταντίνου Μητσοτάκη ο νέος διαγωνισμός για την ανάπτυξη των δύο προβλεπόμενων δικτύων κινητής τηλεφωνίας GSM. Στον διαγωνισμό συμμετέχουν 30 κοινοπραξίες. Τον Νοέμβριο 1991 η κυβέρνηση Κ. Μητσοτάκη προχωρά στην β’ φάση του διαγωνισμού, επιλέγοντας 18 κοινοπραξίες. Στις αποκλεισμένες κοινοπραξίες συμπεριλαμβάνεται και ο ΟΤΕ, κυβερνητική απόφαση που προκαλεί την αντίδραση της αντιπολίτευσης και των εργαζομένων στον οργανισμό. Η κυβέρνηση αντιτείνει ότι αποφάσισε να αποκλείσει για 8 χρόνια τον ΟΤΕ από την κινητή τηλεφωνία, για να ενισχύσει τον ανταγωνισμό ώστε να πετύχει μεγαλύτερο τίμημα. Όμως ποτέ δεν απαντά γιατί απέκλεισε το ΟΤΕ από την διαδικασίες καθορισμού των τελών διασύνδεσης, δηλαδή των τελών που έπρεπε να αποδίδουν οι εταιρείες κινητής τηλεφωνίας για την χρήση του υφιστάμενου τηλεπικοινωνιακού δικτύου του ΟΤΕ.
Ο διαγωνισμός
Στις 16 Μαρτίου 1992 ανακοινώνεται ότι από τις 18 επιλεγείσες κοινοπραξίες υποβάλουν τελικά προσφορά οι εννέα. Τα αποτελέσματα του διαγωνισμού ανακοινώνονται στις 5 Αυγούστου 1992. Επικρατούν η Ιταλική Stet (στην οποία συμμετέχει με ένα μικρό ποσοστό και ο όμιλος Κοντομηνά) και η Panafon, ένα επιχειρηματικό σχήμα στο οποίο συμμετέχουν η Vodafone (45%), η France Telecom (35%), η Intracom (10%) και η Data Bank (10%) μία εταιρεία στην οποία συμμετέχουν η Intrasoft (50%) και ο Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη (50%). Το τίμημα της κάθε άδειας είναι σύμφωνα με τις επίσημες πηγές 116,6 εκατ. ECU (περίπου), ποσό όχι ιδιαίτερα σημαντικό σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των οικονομικών αναλυτών της εποχής. Οι άδειες δίνονται επισήμως στις 30 Σεπτεμβρίου 1992 και ξεκινά η ανάπτυξη των δικτύων που λειτουργούν στην συχνότητα των 900 MHz
Η Telestet (εμπορική επωνυμία της Stet) χρησιμοποιεί εξοπλισμό Italtel και Ericsson και η Panafon εξοπλισμό Ericsson. Το επόμενο χρονικό διάστημα χαρακτηρίζεται από την έντονη αντιπαράθεση μεταξύ των δύο εταιρειών και του ΟΤΕ για το τελικό ύψος των τελών διασύνδεσης. Η τελική σύμβαση υπογράφεται τελικά στις 27 Μαρτίου 1993 παρουσία των ΜΑΤ που αποκλείουν τους εργαζόμενους που διαμαρτύρονται επειδή τα τέλη διασύνδεσης είναι χαμηλά. Το δίκτυο της Telestet αρχίζει να λειτουργεί στις 29 Ιουνίου 1993 και της Panafon την 1η Ιουλίου 1993. Τους πρώτους μήνες τα κινητά τηλέφωνα και των δύο εταιρειών λειτουργούν μόνο στην Αττική και στα νησιά του Σαρωνικού ενώ το κόστος είναι απαγορευτικό για τους περισσότερους Έλληνες.
Έτσι ξεκινά η ιστορία της κινητής τηλεφωνίας στην Ελλάδα Με αποκλεισμένο τον ΟΤΕ από τις άδειες κινητής τηλεφωνίας μετά από απόφαση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και παρουσία των ΜΑΤ που αποκλείουν τους διαμαρτυρόμενους εργαζόμενους και τους δημοσιογράφους από την υπογραφή της σύμβασης που καθορίζει τα τέλη διασύνδεσης των δύο δικτύων κινητής τηλεφωνίας με το δίκτυο του ΟΤΕ που ουσιαστικά είναι ο φορέας που μεταφέρει το σήμα Panafon και Telestet.
Η ιδιωτικοποίηση του ΟΤΕ
Αμέσως μετά, το καλοκαίρι 1993 ο τότε Υπουργός Εθνικής Οικονομίας Στέφανος Μάνος και ο επικεφαλής του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων Γιώργος Αλογοσκούφης (μετέπειτα Υπουργός Οικονομίας των κυβερνήσεων Κ. Καραμανλή) παρουσιάζουν το νομοσχέδιο ιδιωτικοποίησης του 35% του ΟΤΕ και παραχώρησης του management του οργανισμού σε ιδιώτες. Εκδηλώνεται ανοικτή ανταρσία από τα πρωτοκλασάτα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας Μιλτιάδη Έβερτ, Αθανάσιο Κανελλόπουλο και Σταύρο Δήμα, που διαφωνούν δημόσια με το νομοσχέδιο. Ο Μ. Έβερτ συντάσσεται με την αντιπολίτευση και καταψηφίζει το νομοσχέδιο στην αρμόδια επιτροπής της Βουλής που το απορρίπτει με 10 ψήφους κατά και 9 υπέρ. Η κυβέρνηση εμμένει και φέρνει το νομοσχέδιο στο Β’ Θερινό τμήμα της Βουλής όπου υπερψηφίζεται (50 υπέρ-47 κατά) αφού πρώτα αντικαθίστανται κυβερνητικοί βουλευτές που διαφωνούν δημόσια (Δημήτρης .Σταμάτης και Νίκος Κλείτος). Κοινοβουλευτική πρακτική που καταγγέλλεται από έγκριτους συνταγματολόγους (Δ. Τσάτσος) ως αντισυνταγματική που καλούν τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κ. Καραμανλή να αναπέμψει τον σχετικό νόμο ως έχει συνταγματικό δικαίωμα.
Ο Α. Σαμαράς, που με αφορμή τους χειρισμούς του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη στο Μακεδονικό έχει αποχωρίσει από την Νέα Δημοκρατία και έχει ιδρύσει (30 Ιουνίου 1993) την Πολιτική Άνοιξη, χαρακτηρίζει «εθνικά επιζήμια» την ιδιωτικοποίηση του ΟΤΕ. Τελικά τον Σεπτέμβριο του 1993 πέφτει η κυβέρνηση Κ. Μητσοτάκη μετά την ανεξαρτητοποίηση του Βουλευτή Γιώργου Συμπιλίδη. Προκηρύσσονται εκλογές για τον Οκτώβριο 1993 τις οποίες κερδίζει το ΠΑΣΟΚ. Ο Ανδρέας Παπανδρέου επανέρχεται στην εξουσία.
Οι πολιτικές του ΠΑΣΟΚ στον ΟΤΕ και στον ευαίσθητο τομέα των τηλεπικοινωνιών είναι εκ διαμέτρου αντίθετες με τις πολιτικές της Νέας Δημοκρατίας. Στα Βαλκάνια υπάρχει ένα τεράστιο κενό που δημιούργησαν τα κοσμοϊστορικά γεγονότα των αρχών της δεκαετίας (πτώση κομμουνιστικών καθεστώτων κλπ). Η χαώδης υστέρηση των Βαλκανικών χωρών σε υποδομές επικοινωνιών δημιουργεί πρόσφορο έδαφος για την επέκταση του ΟΤΕ. Στρατηγική οικονομική επιλογή που θα φέρει νέες ευκαιρίες και πλούτο στην χώρα.
Οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ ξεπερνούν τα νομικά προβλήματα και παραχωρούν την τρίτη άδεια κινητής τηλεφωνίας στον ΟΤΕ. Ο στόχος προφανής. Η εξεύρεση της απαραίτητης ρευστότητας που θα χρηματοδοτήσει την ψηφιοποίηση του δικτύου του οργανισμού και την επενδυτική εξόρμηση στα Βαλκάνια. Ιδρύεται (1997) η εταιρεία «Κυψελοειδές Λειτουργικό Σύστημα Κινητών Τηλεπικοινωνιών ΑΕ» που λίγο αργότερα (Απρίλιος 1998) με τον διακριτό τίτλο Cosmote ξεκινά εμπορική δραστηριότητα ως τρίτος πάροχος κινητής τηλεφωνίας. Πολύ γρήγορα η Cosmote κατακτά την πρώτη θέση στην εγχώρια αγορά τηλεπικοινωνιών. Με γεμάτο το ταμείο η OTE International εξορμά στα Βαλκάνια. Συμμετέχει (1997) με 20% στην Telecom Serbia. Αποκτά (1998) το 35% της Rom Telecom που φθάνει στο 54% (2002). Στην Βουλγαρία ιδρύει την θυγατρική εταιρεία κινητής τηλεφωνίας Globul που το 2000 παίρνει άδεια κινητής τηλεφωνίας GSM. Την ίδια χρονιά αποκτά το 85% της Αλβανικής εταιρείας κινητής τηλεφωνίας Albanian Mobile Communications (AMC),ενώ η θυγατρική της Cosmote στην Βόρεια Μακεδονία, η Cosmofon έχει την δεύτερη άδεια κινητής τηλεφωνίας.
Η χρηματιστηριακή αξία του ΟΤΕ απογειώνεται. Οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ κρατώντας το management του οργανισμού, προχωρούν την περίοδο 1996-1997 σε πωλήσεις μεγάλων πακέτων μετοχών (μετοχοποιήσεις). Καθ’ όλη την διάρκεια αυτής της πορείας οι διοικήσεις του ΟΤΕ αλλά και οι ηγεσίες του Υπουργείου Μεταφορών ταλαιπωρούνται από δικαστικές περιπέτειες που προκαλούνται από τις καταγγελίες (κυρίως) της Νέας Δημοκρατίας.
Το Μάιο 2008 με απόφαση του τότε Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών του Γ. Αλογοσκούφη (που πρωταγωνιστεί όπως είδαμε το 1993 στις διεργασίες για την ιδιωτικοποίηση του ΟΤΕ) πωλείται το κρίσιμο 3% των μετοχών του ΟΤΕ στην Deutsche Telecom (DT) έναντι 382 εκατ. euro. Η DT που προηγουμένως έχει αποκτήσει το 22% των μετοχών της εταιρείας από την MIG του Α. Βγενόπουλου κατέχει πλέον το 25% του μετοχικού κεφαλαίου του ΟΤΕ και αναλαμβάνει αυτοδίκαια το management του Οργανισμού. Συνολικό κόστος εξαγοράς 3 δισ. euro (περίπου). Η MIG του Α. Βγενόπουλου κερδίζει σύμφωνα με τους υπολογισμούς της εποχής περίπου 500 εκατ. euro. Οι βουλευτές της αρμόδιας επιτροπής της Βουλής που ερευνά την εξαγορά ακούν εμβρόντητοι τον Α. Βγενόπουλο, σε μία έκρηξη αυταρέσκειας και αλαζονείας να τους εξηγεί ότι τα κεφάλαια για την αγορά μέσω χρηματιστηρίου του 22% των μετοχών του ΟΤΕ από την MIG βρέθηκαν με τραπεζικό δανεισμό από την Marfin Bank, με ενέχυρο τις αγορασμένες μετοχές, δηλαδή με μόχλευση, μέθοδο νόμιμη και δημοφιλή εκείνη την εποχή αλλά αρκετά ριψοκίνδυνη. Η Τράπεζα της Ελλάδας ακούει αλλά δεν παρεμβαίνει. Λίγα χρόνια αργότερα (2012-2013) η Marfin Bank του Α. Βγενόπουλου καταρρέει συμβάλλοντας καθοριστικά στην χρεοκοπία το τραπεζικό σύστημα της Κύπρου.
Τα επόμενα χρόνια η DT ανεβάζει το μετοχικό της ποσοστό στον ΟΤΕ. Σήμερα κατέχει το 53,3% των μετοχών της εταιρείας, το Ελληνικό Δημόσιο 1,2% και ο ΕΦKΑ 6,5%. Παράλληλα ο ΟΤΕ, δηλαδή η DT αποφασίζει και πουλά
· 2012 την συμμετοχή του ΟΤΕ στην Telecom Serbia έναντι 380 εκατ. euro
· 2013 στην Βουλγαρική Globul έναντι 717 εκατ. euro
· 2019 την Αλβανική AMC έναντι 50 εκατ. euro.
Σύνολο έσοδα 1,147 δισ. euro μόνο από πωλήσεις των θυγατρικών που μαζί με τα μερίσματα που εισέπραξε ο ΟΤΕ από αυτές τις εταιρείες πριν πουληθούν και τα χρηματιστηριακά κέρδη από την άνοδο της τιμής της μετοχής του οργανισμού οδηγούν στο ασφαλές συμπέρασμα ότι η DT με την εξαγορά του ΟΤΕ πέτυχε μία ιδιαίτερα επικερδή επιχειρηματική συμφωνία που μετά την προαναγγελθείσα πώληση και της τελευταίας μεγάλης επένδυσης του ΟΤΕ στα Βαλκάνια, της Telekom Romania Mobile (διάδοχος της Rom Telecom) θα δώσει ακόμα μεγαλύτερα κέρδη.
Ο Γ. Αλογοσκούφης λίγο μετά την πώληση του ΟΤΕ (Μάιος 2008) απομακρύνεται από το Υπουργείο Οικονομίας (Ιανουάριος 2009).
Στις εκλογές του Οκτωβρίου 2009 αποτυγχάνει να εκλεγεί βουλευτής και αποσύρεται από την πολιτική. Στην πρώτη σειρά του πολιτικού σκηνικού παραμένει ακόμα ο άλλος πρωταγωνιστής της πώλησης του ΟΤΕ στην DT. Ο σημερινός Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης που τότε ήταν Υπουργός Μεταφορών και Επικοινωνιών.