Δεν είναι μόνο το δημόσιο έλλειμμα και ο πληθωρισμός που επιβαρύνουν την οικονομία και αποδυναμώνουν την οικονομική θέση των πολιτών. Το μεγαλύτερο πρόβλημα που έχουμε είναι το καλπάζον έλλειμμα στις συναλλαγές μας με το εξωτερικό. Το 2007 χάσαμε περισσότερα από 32 δισ. ευρώ. Το 14% του ΑΕΠ, δηλαδή, έφυγε ανεπιστρεπτί στο εξωτερικό επειδή η αξία των εισαγωγών μας είναι πολύ μεγαλύτερη από την αξία των εξαγωγών μας. Την ίδια στιγμή το δημόσιο χρέος καλπάζει καθώς πρέπει να υποκαταστήσουμε τα λεφτά που χάνουμε και να συντηρήσουμε το σημερινό επίπεδο ζωή μας. Το πρόβλημα αυτό, η έλλειψη δηλαδή χρημάτων, δεν αντιμετωπίζεται με κανέναν άλλο τρόπο εκτός από το να γίνουμε πιο ανταγωνιστικοί σο εξωτερικό. Οσον αφορά όμως την παραγωγή οι δυνατότητές μας είναι σχεδόν μηδενικές. Δεν διαθέτουμε κανένα πλεονέκτημα στη βιομηχανία και οι εξαγωγές αγροτικών προϊόντων είναι και θα παραμείνουν περιορισμένες. Το μόνο που έχουμε είναι ένα πλεονέκτημα στις υπηρεσίες, κυρίως στις τραπεζικές, και φυσικά ο τουρισμός τον οποίο ακόμη δεν έχουμε καταφέρει να αναπτύξουμε οργανωμένα ώστε να μεγιστοποιήσουμε τα οφέλη. Η πολιτική που πρέπει να ακολουθήσει η κυβέρνηση είναι ουσιαστικά μονόδρομος και απορεί κανείς γατί δεν επικεντρώνεται σε αυτήν όσο γίνεται πιο γρήγορα. Πρέπει να διευκολύνει την τουριστική ανάπτυξη και να διαφημίσει στο εξωτερικό τα πλεονεκτήματα των διακοπών στην Ελλάδα. Ακόμη όμως και αν καταφέρει ο ιδιωτικός τομέας να ολοκληρώσει τις επενδύσεις στον τουρισμό, παρά τα εμπόδια της γραφειοκρατίας και τις περιορισμένες υποδομές, και πάλι δεν θα καλυφθούν τα ελλείμματα με το εξωτερικό ούτε θα σταματήσει η αύξηση του χρέους. Για να γίνει αυτό αναγκαστικά θα πρέπει να πουλήσουμε περιουσία και η μόνη περιουσία που έχουμε για να πουλήσουμε είναι η γη. Η κυβέρνηση λοιπόν θα πρέπει να φτιάξει το χωροταξικό σχέδιο που θα καθορίζει τις χρήσεις γης και θα ξεκαθαρίζει το τοπίο.
Αν η κυβέρνηση χειριστεί σωστά το ζήτημα, θα μπορέσει να πετύχει δύο πολύ σημαντικούς στόχους που και το πρόβλημα του ελλείμματος των εξωτερικών συναλλαγών θα λύσουν και υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης επί δεκαετίες θα εξασφαλίσουν. Το πρόβλημα του ισοζυγίου θα λυνόταν από τις πωλήσεις γης σε ξένους επενδυτές και από τη συνεχή εισροή κεφαλαίων που θα έφερναν οι ξένοι αγοραστές της γης αλλά και οι τουρίστες κάθε χρόνο. Ο ρυθμός ανάπτυξης θα επιταχυνόταν διότι το κτίσιμο ολόκληρων τουριστικών χωριών, αλλά και η λειτουργία τους, θα έδινε δουλειές σε χιλιάδες ανθρώπους στις περιοχές αυτές, λύνοντας ακόμη και το πρόβλημα της αστυφιλίας που έχει οδηγήσει στον αθηναϊκό υδροκεφαλισμό. Αντί όμως να επικεντρώσει τις δυνάμεις της η κυβέρνηση σε αυτόν τον τομέα, βαυκαλίζεται ότι ακολουθεί μια πολιτική αποκρατικοποιήσεων που δεν αποφέρει σημαντικά έσοδα, μειώνει την αξία της περιουσίας του κράτους και, όπως αποδεικνύεται από την περίπτωση του ΟΤΕ, τελικά δεν είναι αποκρατικοποίηση. Στην περίπτωση του ΟΤΕ πωλητής είναι ένας ιδιώτης, ο κ. Βγενόπουλος, ο οποίος εισπράττει και τα έσοδα, και αγοραστής η γερμανική εταιρεία τηλεπικοινωνιών. Το ελληνικό Δημόσιο πουλάει ένα πολύ μικρό ποσοστό της εταιρείας και εισπράττει πολύ λίγα χρήματα συνολικά.
Ο κ. Καραμανλής λοιπόν θα πρέπει να ξαναδεί το θέμα της οικονομικής πολιτικής, αν θέλει να πετύχει κάτι στην οικονομία. Ειδάλλως θα επαναλάβει και αυτός αυτό που είχε πει ο θείος του, «έξω πάμε καλά», υπονοώντας ότι μέσα τα έχουμε κάνει μούσκεμα.
Γρηγόρης Νικολόπουλος
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr