Οι αποκρατικοποιήσεις και οι εξαγωγές θα βγάλουν τη χώρα από το τέλμα. Σε πρώτη φάση αυτή είναι η συνταγή για να πάρει μπροστά η μηχανή της ανάπτυξης. Αυτό είναι το αποτέλεσμα μελέτης της Eurobank για την πορεία της ελληνικής οικονομίας το 2012.
Η Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών και Προβλέψεων της Eurobank EFG εξέδωσε σήμερα το ένατο τεύχος του έκτου τόμου της περιοδικής έκδοσης Οικονομία και Αγορές.
Στο τεύχος αυτό φιλοξενείται μελέτη του Καθηγητή Δημήτρη Μαλλιαρόπουλου, Συμβούλου Οικονομικών Μελετών της Eurobank, του Δρα Πλάτωνα Μονοκρούσου, Επικεφαλής της Διεύθυνσης Τρέχουσας Οικονομικής Ανάλυσης και του Δρα Τάσου Αναστασάτου, Senior Economist της Διεύθυνσης Οικονομικών Μελετών της Eurobank EFG με τίτλο: “Greek Economy 2012: Outlook, Challenges and Policy Suggestions”, η οποία αναλύει τις οικονομικές προοπτικές και τις προκλήσεις τις οποίες αντιμετωπίζει το Πρόγραμμα Προσαρμογής και υποδεικνύει προτάσεις πολιτικής απαραίτητες για τη μετάβαση της ελληνικής οικονομίας σε ένα βιώσιμο μοντέλο ανάπτυξης. Αναλυτικότερα, στην έκθεση αναφέρονται τα ακόλουθα:
Η ελληνική οικονομία διανύει μια ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδο, καθώς η ύφεση επιδεινώθηκε το 2011 εξαιτίας των μέτρων επίπονης δημοσιονομικής προσαρμογής, της περιορισμένης πιστωτικής επέκτασης, των καθυστερήσεων στην εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και της χειροτέρευσης του διεθνούς οικονομικού περιβάλλοντος. Θεωρούμε ότι υπάρχει αυξανόμενος κίνδυνος η Ελληνική οικονομία να παραμείνει σε σημαντική ύφεση το 2012, καθώς οι προοπτικές ανάπτυξης στην ευρωζώνη χειροτερεύουν, κυρίως λόγω της αποτυχίας των Ευρωπαίων ηγετών να αντιμετωπίσουν την κλιμακούμενη Ευρωπαϊκή κρίση χρέους. Η επίδραση της επικείμενης ύφεσης στην Ευρωζώνη επί της ελληνικής οικονομίας θα είναι σημαντική, καθώς οι εξαγωγές παραμένουν η μοναδική πηγή ανάπτυξης, με συνεισφορά που ξεπέρασε τις 3 ποσοστιαίες μονάδες ΑΕΠ κατά τα τελευταία δυο χρόνια.
Προτάσεις οικονομικής πολιτικής
Στην τρέχουσα κρίσιμη οικονομική συγκυρία, η οικονομική πολιτική είναι απαραίτητο, κατά την άποψη μας, να εστιάσει σε τρία μέτωπα:
Πρώτον, το Πρόγραμμα Προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας πρέπει να επανακαθοριστεί ώστε να δώσει έμφαση στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και την στοχευμένη περικοπή των κρατικών δαπανών. Αντίθετα με τη μέχρι τώρα πολιτική των οριζόντιων περικοπών, οι κρατικές δαπάνες πρέπει να μειωθούν μέσω του περιορισμού του ίδιου του κράτους. Από την πλευρά των εσόδων, η αναδιάρθρωση των φορολογικών συντελεστών προς όφελος των παραγωγικών δραστηριοτήτων θα μπορούσε να βοηθήσει στην αναζωογόνηση της οικονομίας. Ωστόσο, είναι αναγκαίο αυτό να συνδυαστεί με πιστοποιήσιμη διεύρυνση της φορολογικής βάσης ώστε να εξασφαλιστεί ότι το τελικό αποτέλεσμα θα είναι δημοσιονομικά ουδέτερο αλλά και να εμπεδωθεί ένα αίσθημα δίκαιης κατανομής των φορολογικών βαρών.
Δεύτερον, το πρόγραμμα συμμετοχής των ιδιωτών στην μείωση του δημόσιου χρέους (PSI) πρέπει να κλείσει τάχιστα πριν χειροτερεύσει σημαντικά η οικονομική συγκυρία στην ευρωζώνη λόγω της επικείμενης ύφεσης. Η επιτυχία του PSI είναι ζωτικής σημασίας για την Ελληνική οικονομία καθώς θα εξασφαλίσει την χρηματοδότηση των δανειακών αναγκών του Δημοσίου για τα επόμενα 2,5 χρόνια και θα βάλει τέλος στα σενάρια που θέλουν την Ελλάδα εκτός ευρώ.
Τρίτον, η Ελληνική οικονομία πρέπει να επανέλθει τάχιστα σε τροχιά ανάπτυξης. Απαραίτητη προϋπόθεση για την ανάπτυξη θεωρούμε ότι είναι η επίσπευση των διαρθρωτικών αλλαγών στις αγορές προϊόντων, εργασίας και στην διοίκηση του δημόσιου τομέα. Το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων μπορεί να λειτουργήσει ως ένα αναπτυξιακό σοκ κι ως εκ τούτου επιβάλλεται να σχεδιαστεί με αναπτυξιακή στόχευση και όχι με ταμειακή λογική.
Ο τελικός στόχος των οικονομικών μεταρρυθμίσεων οφείλει να είναι η αύξηση της ανταγωνιστικότητας της Ελληνικής οικονομίας και η μετάβαση από ένα μη βιώσιμο μοντέλο ανάπτυξης με έμφαση στην κατανάλωση σε ένα περισσότερο εξωστρεφές πρότυπο που στηρίζεται στην εξαγωγική δραστηριότητα και τις ιδιωτικές επενδύσεις.
Σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας εξαρτάται ουσιαστικά από την προστασία της κεφαλαιακής επάρκειας και της ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών ώστε να διασφαλιστεί επαρκής χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας.
Σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, μια σειρά από θεσμικές παρεμβάσεις είναι απαραίτητες ώστε να ενισχυθεί η παραγωγικότητα της Ελληνικής οικονομίας. Οι παρεμβάσεις αυτές πρέπει κυρίως να στοχεύουν στη μείωση της διαφθοράς και της γραφειοκρατίας, την αποτελεσματική αντιμετώπιση των εκτεταμένων ολιγοπωλιακών πρακτικών και τον περιορισμό των ακαμψιών στην αγορά εργασίας.
Μακροπρόθεσμα, κρίνεται επιβεβλημένος ο προσανατολισμός του παραγωγικού δυναμικού της χώρας από τους μη εμπορεύσιμους προς τους εμπορεύσιμους τομείς της οικονομίας. Η αύξηση των τιμών των μη εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών σε σχέση με τις τιμές των εμπορεύσιμων κατά την τελευταία δεκαετία έστρεψε κεφάλαιο και ανθρώπινο δυναμικό στα μη εμπορεύσιμα, επιδεινώνοντας την παραγωγικότητα της χώρας και το εμπορικό της ισοζύγιο. Κατά συνέπεια, η οικονομική πολιτική πρέπει να επιβοηθήσει τη σταδιακή επαναδιοχέτευση των παραγωγικών πόρων της χώρας στους εξαγωγικούς τομείς και την παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών υψηλής ποιότητας και τεχνογνωσίας. Πρός τον σκοπό αυτό πιστεύουμε πως θα βοηθούσαν οι εξής πολιτικές:
Πρώτον, οι πόροι του ΕΣΠΑ να δίδονται κατά προτεραιότητα σε εταιρείες με εξαγωγική δραστηριότητα. Συγκεκριμένα, οι εταιρείες που συμμετέχουν σε προγράμματα στήριξης επενδύσεων θα πρέπει να υποβάλλουν ένα business plan εξαγωγικής δραστηριότητας.
Δεύτερον, πρέπει να απλουστευτούν οι νομικές διαδικασίες και να καταργηθούν γραφειοκρατικά εμπόδια για την εξαγωγή προϊόντων. Προς την κατεύθυνση αυτή θα βοηθούσε η εισαγωγή ενός ηλεκτρονικού συστήματος διεκπεραίωσης e-customs.
Τρίτον, οι κυβερνητικές πολιτικές οφείλουν να εστιάσουν σε τομείς στους οποίους η χώρα διαθέτει συγκριτικό πλεονέκτημα, όπως ο τουρισμός, η ναυτιλία, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας κ.α. Όσο πιο επιτυχής είναι ο προσανατολισμός των παραγωγικών πόρων της χώρας στους εξαγωγικούς τομείς και η αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της, τόσο περιορίζεται η ανάγκη να μειωθούν οι μισθοί προκειμένου να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα των ελληνικών εξαγώγιμων προϊόντων.
Η πλήρης εφαρμογή του νέου πακέτου διάσωσης-κλειδί για τη βελτίωση της βιωσιμότητας του χρέους
Το δεύτερο πακέτο διάσωσης για την Ελλάδα που συμφωνήθηκε στη Σύνοδο Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης την 26η Οκτωβρίου αναμένεται να έχει θετική επίδραση στη ρευστότητα και τη φερεγγυότητα της χώρας. Όσον αφορά τη ρευστότητα, το νέο πακέτο αναμένεται να καλύψει πλήρως τις δανειακές ανάγκες της κυβέρνησης μέχρι το 2014. Επιπρόσθετα, το νέο πακέτο διάσωσης θα βελτιώσει σημαντικά τη φερεγγυότητα της χώρας. Μεταξύ άλλων παραγόντων, αυτό θα είναι το αποτέλεσμα μιας σημαντικής μείωσης των δαπανών για την αποπληρωμή τόκων (περισσότερο από 2 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ ετησίως την περίοδο 2012-2020). Πρόσθετα οφέλη για τη δημοσιονομική θέση της χώρας θα μπορούσαν να προέλθουν από την εξομοίωση των όρων των υφιστάμενων διμερών δανείων της Ευρωπαϊκής Ένωσης με αυτούς των νέων δανείων από το EFSF στο πλαίσιο του νέου προγράμματος δανεισμού.
Θεωρούμε πως η μείωση του δημόσιου χρέους μέσω της συμμετοχής των ιδιωτών επενδυτών στο PSI θα δώσει στη χώρα σημαντική ανάσα χρόνου ώστε η κυβέρνηση να προωθήσει το μεταρρυθμιστικό έργο. Επιπλέον, είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι η άμεση εφαρμογή του PSI θα λειτουργήσει ως θετικό σοκ στην οικονομία, δίνοντας τέλος στην αβεβαιότητα για το μέλλον της χώρας και ανοίγοντας το δρόμο στις ιδιωτικές επενδύσεις και στην ανάπτυξη.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr