Η κυβέρνηση έχει πολλούς λόγους να ελπίζει ότι τα έσοδα θα ανακάμψουν. Πρώτον, από τις μέχρι σήμερα ενδείξεις, προκύπτει ότι η ύφεση θα είναι ηπιότερη από το 4% που είχε προϋπολογιστεί. Το ΙΟΒΕ εκτιμά ότι θα κινηθεί στο 3,3%, το Υπουργείο Οικονομικών στο 3 με 3,5%, ενώ δεν λείπουν και οι ακόμη πιο αισιόδοξες προβλέψεις για συρρίκνωση του ΑΕΠ λιγότερο από 3%. Αν τα θετικά αυτά σενάρια επαληθευθούν, αυτό θα έχει μία σειρά από θετικές επιπτώσεις σε όλα σχεδόν τα κρίσιμα μεγέθη της ελληνικής οικονομίας – από το λόγο ελλείμματος προς ΑΕΠ, μέχρι την ιδιωτική κατανάλωση και τα φορολογικά έσοδα. Ασφαλέστερα συμπεράσματα θα μπορούν να εξαχθούν τον Σεπτέμβριο, όταν θα έχουμε την πρώτη αποτίμηση από την τουριστική κίνηση της θερινής περιόδου.
Πέραν αυτού όμως, ενίσχυση των εσόδων προσδοκάται και από την είσπραξη του Ενιαίου Τέλους Ακίνητης Περιουσίας, το οποίο είχε επιβάλλει, αλλά δεν είχε εισπράξει η προηγούμενη κυβέρνηση, καθώς και από το Φόρο Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας που το αντικατέστησε φέτος. Επίσης, θετική επίδραση στα έσοδα θα έχει αναμφισβήτητα και η νέα αύξηση του φόρου στα τσιγάρα και του ΦΠΑ που τέθηκαν σε ισχύ από την περασμένη εβδομάδα, αλλά και από τον λογιστικό προσδιορισμό των εισοδημάτων επαγγελματικών κατηγοριών που μέχρι σήμερα «φορολογούνταν» τεκμαρτά (π.χ. ταξιτζήδες). Επιπλέον, μολονότι τα ασφαλιστικά ταμεία εξαντλούν με ταχείς ρυθμούς τις πιστώσεις που τους έχουν εγγραφεί στον προϋπολογισμό, θα έχουν την ευκαιρία τουλάχιστον να πάρουν μία ανάσα με την επιβολή νέου ΛΑΦΚΑ στις υψηλές συντάξεις από το φθινόπωρο. Κάποια έσοδα αναμένονται και από «εύκολες» περιπτώσεις ιδιωτικοποιήσεων και απελευθέρωσης της αγοράς (π.χ. τζόγος). Τέλος, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το Μνημόνιο προβλέπει ρητά αύξηση των αντικειμενικών αξιών και μεταφορά αγαθών από το μεσαίο στον υψηλό συντελεστή ΦΠΑ, μέχρι το τέλος του έτους.
Φυσικά, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι οι πηγές αυτές θα είναι αρκετές ώστε να κρατήσουν τον προϋπολογισμό εντός στόχων, ιδιαίτερα από τη στιγμή που θα σημειωθούν πιθανότατα υπερβάσεις σε ορισμένους κωδικούς δαπανών (π.χ. ασφαλιστικά ταμεία, συγκοινωνίες).
Σε κάθε περίπτωση όμως, η ελπίδα δεν έχει χαθεί. Όπως υπενθύμισε άλλωστε σε χθεσινό της άρθρο η εφημερίδα New York Times, όταν μπήκε στο πρόγραμμα σωτηρίας του ΔΝΤ, πριν από 10 χρόνια, η γειτονική μας Τουρκία είχε έλλειμμα 16% του ΑΕΠ και πληθωρισμό 72%. Σήμερα, μόλις μία δεκαετία αργότερα, είναι η δεύτερη ταχύτερα αναπτυσσόμενη οικονομία στον κόσμο μετά την Κινεζική και πληροί τα δύο από τα τρία βασικά κριτήρια της Συνθήκης του Μάαστριχτ (το χρέος της είναι κάτω από 50% του ΑΕΠ και το έλλειμμά της θα μειωθεί κάτω από 3% του ΑΕΠ του χρόνου). Με άλλα λόγια, υπήρξαν και άλλοι που βρέθηκαν σε χειρότερη θέση από τη χώρα μας και δεν χρειάστηκε να επιστρέψουν στο Μεσαίωνα για να βγουν από την κρίση. Τα μέχρι τώρα στοιχεία, δείχνουν ότι μπορεί να τα καταφέρει και η Ελλάδα...
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr