Σύμφωνα με την έκθεση, σχεδόν το 80% των στελεχών δήλωσαν ότι η εταιρεία τους εφαρμόζει προγράμματα κατά της διαφθοράς αλλά λίγοι (22%) τα εμπιστεύονται και τα θεωρούν αποτελεσματικά. Επιπλέον, τα ανώτερα στελέχη είπαν ότι αισθάνονται ευάλωτα στη διαφθορά, ιδιαιτέρως όταν δραστηριοποιούνται σε αναδυόμενες αγορές όπως η Κίνα, η Ινδία, η Ρωσία και η Νότια Αμερική.
Η PricewaterhouseCoopers ανέθεσε στο Economist Intelligence Unit να εκπονήσει μια παγκόσμια έρευνα, καθώς και εκτενείς συνεντεύξεις με ανώτερα στελέχη και ειδικούς σε θέματα διαφθοράς. Οι ερωτηθέντες, μεταξύ των οποίων 390 ανώτερα στελέχη από 70 χώρες, υποδεικνύουν σημαντικές επιπτώσεις της διαφθοράς στις επιχειρηματικές λειτουργίες. Αναλυτικότερα:
- Το 63% δήλωσε ότι είχε αντιμετωπίσει φαινόμενα ή απόπειρες διαφθοράς.
- Το 45% ανέφερε ότι δεν επεκτάθηκε σε κάποια συγκεκριμένη αγορά ή δεν αξιοποίησε κάποια συγκεκριμένη επιχειρηματική ευκαιρία εξαιτίας κινδύνου διαφθοράς.
- Το 39% δήλωσε ότι οι εταιρείες τους έχουν χάσει διαγωνισμούς εξαιτίας διεφθαρμένων αξιωματούχων.
- Το 42% είπαν ότι οι ανταγωνιστές τους δωροδόκησαν.
«Σήμερα οι εταιρείες έχουν σοβαρό και πιεστικό επιχειρηματικό συμφέρον να στηρίζουν την ανάγκη για το σχεδιασμό και την υλοποίηση ενός επίσημου και στρατηγικού προγράμματος κατά της διαφθοράς», δήλωσε ο κ. David Jansen, Partner της PricewaterhouseCoopers LLP. «Τα τελευταία χρόνια, οι εταιρείες που συνελήφθησαν για παραβίαση των νόμων περί διαφθοράς έχουν καταβάλει, η καθεμία, εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια σε πρόστιμα και αρκετά ανώτατα στελέχη υποχρεώθηκαν σε ατιμωτική παραίτηση.»
Ο κ. Κυριάκος Ανδρέου, Partner της PricewaterhouseCoopers στην Ελλάδα συμπλήρωσε: «Η κατάσταση αυτή δεν περιορίζεται στις εταιρείες που βρίσκονται στις ΗΠΑ. Σε παγκόσμιο επίπεδο παρουσιάζεται μεγάλη αύξηση παρόμοιων φαινόμενων. Κατά συνέπεια, δημιουργείται πίεση στις διοικήσεις των επιχειρήσεων για να διασφαλίσουν ότι διαθέτουν επαρκή προγράμματα για τη μείωση του κινδύνου.»
Όσο σοβαρές κι αν είναι οι οικονομικές ζημίες, το πλήγμα που δέχεται η φήμη μιας εταιρείας μπορεί να αποβεί πραγματικά καίριο. Όταν ρωτήθηκαν για τις συνέπειες ισχυρισμών για διαφθορά, το 55% των στελεχών απάντησε ότι η σοβαρότερη αφορά την εταιρική φήμη. Αξίζει να σημειωθεί ότι το ποσοστό που ανέφερε την εταιρική φήμη είναι μεγαλύτερο από το σύνολο όλων των άλλων απαντήσεων που ανέφεραν ότι οι νομικές, οικονομικές και κανονιστικές συνέπειες θα ήταν οι σοβαρότερες. Καθώς η διοίκηση και το προσωπικό αμφιταλαντεύονται με το ηθικό τους πεσμένο, πελάτες και συνεργάτες απομακρύνονται από την εταιρεία, ενώακόμη και εσωτερικές ασφαλιστικές δικλείδες για θέματα όπως κλοπές και παραποιήσεις οικονομικών καταστάσεων,τίθενται τελικά υπό αμφισβήτηση».
«Χωρίς την εφαρμογή στρατηγικού σχεδίου δράσης, μια εταιρεία μπορεί να μην καταλάβει πόσο ευάλωτη είναι στους κινδύνους αυτούς, παρά μόνο όταν είναι, πλέον πολύ αργά» κατέληξε ο κ. Ανδρέου.
Η PwC, αφού ανάλυσε τα αποτελέσματα της έρευνας, ετοίμασε μια έκθεση στην οποία υπογραμμίζει την ανάγκη κοινοποίησης του προγράμματος κατά της διαφθοράς σε όλους τους εργαζομένους, έτσι ώστε να διασφαλίζεται ότι γνωρίζουν την ύπαρξή του και κατανοούν ότι θα υπάρξουν κυρώσεις, σε περίπτωση παραβάσεων.
Πάνω από το 70% των στελεχών ανέφεραν ότι η καλύτερη αντίληψη της διαφθοράς θα τους βοηθήσει να γίνουν πιο ανταγωνιστικοί, να λαμβάνουν καλύτερες αποφάσεις και να βελτιώσουν την εταιρική κοινωνική ευθύνη τους, καθώς επεκτείνονται σε νέες αγορές. Παρά τον προβληματισμό και τον αυξημένο κίνδυνο σε αυτές τις αγορές, αρκετές εταιρείες απέδειξαν ότι η πρόνοια για την αντιμετώπιση των κινδύνων διαφθοράς, μπορεί να βοηθήσει στην εξισορρόπηση κινδύνου και απόδοσης. Ενώ οι ευκαιρίες ανάπτυξης σε νέες αγορές είναι πολύ ελκυστικές, η μελέτη προτείνει στις εταιρείες να προσαρμόζουν τους ελέγχους και τα προγράμματα τους για να μπορούν να αντιμετωπίζουν τις απαιτήσεις της κάθε αγοράς ξεχωριστά.
Ενώ οι εταιρείες γενικά ανταποκρίνονται στον κίνδυνο της διαφθοράς, η έρευνα υπογραμμίζε
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr