Του Αριστοτέλη Παππά
Σε πρόσφατη ενημερωτική εκδήλωση για τους στόχους και την πορεία της ΕΧΑΕ, ο διευθύνων σύμβουλος του Ομίλου, κ. Γιάννος Κοντόπουλος, εκτίμησε πως εντός του 2024 τουλάχιστον ένας οίκος αξιολόγησης θα θέσει την ελληνική αγορά σε λίστα παρακολούθησης (watch list) και σε επόμενη φάση θα την αναβαθμίσει στο κλαμπ των developed markets.
Από τους πέντε βασικούς οίκους - παρόχους δεικτών (index providers), FTSE Russell Indices, MSCI, S&P Dow Jones Indices, STOXX World All Cap - World Equity Indices και STOXX Europe - Benchmark Indices, πιο κοντά στο next step βρίσκεται ο S&P, σε αντίθεση με τον FTSE Russell, ο οποίος αποδεικνύεται πιο αυστηρός.
Το upgrade του ελληνικού χρηματιστηρίου αποτελεί ορόσημο και όπως δήλωσε χαρακτηριστικά ο κ. Κοντόπουλος, μιλώντας με… ποδοσφαιρικούς όρους: «Είμαστε μία πολύ καλή ομάδα στη β’ εθνική και μπορούμε να συνεχίσουμε να είμαστε. Αλλά μία ομάδα που σέβεται τον εαυτό της, πρέπει κάποια στιγμή να θέλει να πάει στην α’ εθνική». Μεταξύ άλλων, τόνισε πως θεωρεί σκόπιμο να λειτουργούμε σε ένα περιβάλλον που συμμετέχουν οι καλύτερες διεθνείς αγορές, γεγονός που ευνοεί την προβολή του Χ.Α.
Ο MSCI θα μπορούσε να βάλει τα «θεμέλια» τον περασμένο Ιούνιο, εντάσσοντας την Αθήνα σε watch list, προκειμένου να ανέβει κατηγορία. Ωστόσο δεν το έπραξε, καθώς η ετήσια αναθεώρηση της λίστας ταξινόμησης των διεθνών χρηματιστηρίων (MSCI Annual Market Classification Review) δεν περιλάμβανε καμία αναφορά για την Ελλάδα, αφήνοντάς την ουσιαστικά στον «πάγο». Οι επενδυτές έτρεφαν προσδοκίες ότι το Χ.Α. θα μπει στον «προθάλαμο» της αναβάθμισης, ειδικά από την στιγμή που είχε προηγηθεί η κατάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας (investment grade) από την ελληνική οικονομία. Αξίζει ακόμη να σημειωθεί πως στις ανεπτυγμένες αγορές διακινούνται κεφάλαια που ξεπερνούν τα 50 τρισ. δολάρια, την ώρα που τα αντίστοιχα κεφάλαια στις αναδυόμενες «αγγίζουν» τα 6 τρισ. Δολάρια.
Ο δρόμος προς την επιστροφή στις ανεπτυγμένες αγορές
Η διαδικασία της μετάταξης θα έχει διάρκεια 1,5 με 2 χρόνια και δε θα πραγματοποιηθεί ταυτόχρονα από όλους τους οίκους.
Βασικός στόχος για τη διοίκηση της ΕΧΑΕ είναι η αποφυγή συχνών μεταπτώσεων μεταξύ των κατηγοριών, καθώς επίσης η διασφάλιση της ομαλότητας και του χαμηλού κόστους προσαρμογής για τους επενδυτές. Όσο για το «ταξίδι» μέχρι τη μετάταξη, το Χ.Α. θα θεωρείται ταυτόχρονα ως ανεπτυγμένη (developed) και αναδυόμενη (emerging) αγορά από μερίδες επενδυτών, οι οποίοι δε θα τοθετούνται όλοι μαζί στην αρχή ή στο τέλος της διαδικασίας. Παράλληλα, οι εισροές κεφαλαίων σε «βάθος» χρόνου αναμένεται να είναι μεγαλύτερες από τις εκροές, που ενεργοποιούνται κατά τη μετάταξη.
Σύμφωνα με την ΕΧΑΕ, η επιστροφή του Χρηματιστηρίου Αθηνών στις ανεπτυγμένες αγορές είναι σημαντική γιατί:
- • Πετυχαίνει καλύτερες αποτιμήσεις για τις εισηγμένες εταιρείες
- • Προσφέρει αυξημένη πρόσβαση και μεγαλύτερη προβολή της ελληνικής κεφαλαιαγοράς στην επενδυτική κοινότητα
- • Μειώνει τη μεταβλητότητα η οποία είναι αυξημένη στις αναδυόμενες αγορές λόγω του υψηλότερου κινδύνου (η αναβάθμιση θα περιορίσει το ρίσκο, μειώνοντας τελικά και το κόστος χρηματοδότησης των εισηγμένων)
- • Αυξάνει τη ρευστότητα και το «βάθος» της αγοράς
Όσον αφορά τη διαδικασία της μετάταξης στις ανεπτυγμένες αγορές, αυτή έχει ως εξής:
- • Εκπλήρωση ποιοτικών και ποσοτικών κριτηρίων
- • Ανακοίνωση ένταξης σε watch list
- • Ανακοίνωση ημερομηνίας οριστικής ένταξης
Πόσο κοντά ή μακριά βρίσκεται η αναβάθμιση
Σε ό,τι αφορά τον FTSE Russell, το κριτήριο της ελάχιστης κεφαλαιοποίησης πληρείται από το 2023, όχι όμως ο αριθμός των μετοχών (μίνιμουμ 5) που απαιτούνται με ελάχιστη κεφαλαιοποίηση (μόλις μία μετοχή ήταν εντός των standards το 2023). Στα ποιοτικά κριτήρια, ο οίκος δίνει το «πράσινο» φως λόγω της επενδυτικής βαθμίδας, αλλά και για τα υπόλοιπα κριτήρια, τα οποία έχουν εκπληρωθεί από το δ’ τρίμηνο του 2022.
Όσο για τον MSCI, πληρούνται τα κριτήρια της επενδυτικής βαθμίδας, του μεγέθους και της ρευστότητας της αγοράς (απαιτούνται τουλάχιστον 5 εταιρείες) και των άλλων κριτηρίων προσβασιμότητας, όπως το stock lending και το short selling που δεν πληρούνταν το 2023. Υφίστανται επίσης οι προϋποθέσεις της φορολογικής ρύθμισης για τον δανεισμό μετοχών, όπως και το θετικό feedback από την αγορά.
Σχετικά με τον S&P Dow Jones Indices, πληρούνται τα κριτήρια των οικονομικών μέτρων και της θεσμικής σταθερότητας (επενδυτική βαθμίδα), της δομής και προσβασιμότητας της αγοράς, όπως και το κριτήριο του μεγέθους και της ρευστότητας της αγοράς.
Για τον STOXX World All Cap - World Equity Indices, πληρούνται τα ποσοτικά κριτήρια, όχι όμως άλλα κριτήρια λειτουργίας της αγοράς, όπως το governance score (WB). Τέλος, για τον STOXX Europe - Benchmark Indices δεν πληρούνται τα ποσοτικά κριτήρια [ρευστότητα αγοράς (εσωτερικός υπολογισμός)], ενώ αντίθετα έχει επιτευχθεί από το 2023 η εκπλήρωση των υπόλοιπων κριτηρίων λειτουργίας της αγοράς.
Αναφορικά με τις τεχνικές και ρυθμιστικές βελτιώσεις που προωθούνται στην πορεία προς την αναβάθμιση, στόχοι είναι:
- • Η βελτίωση του «βάθους» και της ρευστότητας της αγοράς
- • Η μείωση του κόστους και η αποτελεσματικότερη χρήση των πόρων των μελών του Χ.Α.
- • Η βελτίωση της τεχνικής υποδομής του Χ.Α. με στόχο την μείωση του χρόνου απόκρισης συναλλαγών (latency)
- • Η αλλαγή του συστήματος υπολογισμού κινδύνου της εκκαθάρισης συναλλαγών (ATHEXClear), το οποίο αναμένεται να είναι έτοιμο μέσα στο 2025.
Διαφωνεί η JP Morgan
Μία «αιρετική» άποψη διατύπωσε η JP Morgan σε πρόσφατη έκθεσή της, σύμφωνα με την οποία η Ελλάδα θα ήταν καλύτερο να παραμείνει στις αναδυόμενες αγορές, υπό τη λογική του «καλύτερα πρώτος στο χωριό, παρά τελευταίος στην πόλη». Σύμφωνα με τον αμερικανικό οίκο, η μετακίνηση του Χ.Α. στις ανεπτυγμένες αγορές, εκτός από εξαιρετικά απίθανη, θα είναι και αρνητικός καταλύτης, γιατί θα συρρικνώσει τις επενδύσιμες επιλογές από την ελληνική αγορά. «Μην αφήσετε μια κακή ιδέα να καταστρέψει ένα καλό χρηματιστήριο», τονίζει εμφατικά.
Η JP Morgan αναφέρεται επίσης στο γεγονός όταν η Ελλάδα αναβαθμίστηκε το 2001 και το ενδιαφέρον για την αγορά «έπεσε» κατακόρυφα και αναρωτάται εάν κάτι τέτοιο συμβεί και στην επόμενη αναβάθμιση. Παράλληλα, εκτιμά ότι το upgrade θα προκαλέσει εκροές κεφαλαίων συνολικού ύψους 1,8 δισ. Δολαρίων.
Σύμφωνα με τους αναλυτές του οίκου, η ελληνική χρηματιστηριακή αγορά έχει μόνο τρεις μετοχές (Εθνική, Eurobank και ΟΠΑΠ), που πληρούν τις προδιαγραφές του δείκτη MSCI Europe, ενώ σε περίπτωση μετάταξής της θα ήταν η μικρότερη αγορά του MSCI Europe, πίσω από την Πορτογαλία και την Αυστρία. Σύμφωνα με τους κανόνες του MSCI για την ταξινόμηση της αγοράς, θα πρέπει τουλάχιστον πέντε μετοχές να πληρούν τα κριτήρια κεφαλαίου αγοράς/ρευστότητας που είναι: 5,8 δισ. δολάρια κεφαλαιοποίηση για τον MSCI Europe και ελεύθερη διασπορά (free float) 2,9 δισ. δολάρια.
Όσο για τη διαφορετική οπτική που υιοθετεί η JP Morgan, ο κ. Κοντόπουλος τόνισε πως «πρόκειται για την έννοια της αγοράς και πρέπει να υπάρχει», ότι ο καθένας έχει τη δική του άποψη και ότι τον ίδιο τον ενδιαφέρει να έχει «βάθος» η αγορά ανεξάρτητα από το πού τοποθετείται. «Δηλώνω αγνωστικιστής πάνω σε αυτό», είπε χαρακτηριστικά. Αφήνοντας αιχμές, ο διευθύνων σύμβουλος της ΕΧΑΕ σημείωσε πως «αυτοί που υπογράφουν την έκθεση παρακολουθούν τις αναδυόμενες αγορές», αν και έσπευσε να διευκρινίσει πως δεν θεωρεί ότι υπήρχε δόλος από την JP Morgan. «Είναι καλό που εκφράζουν την άποψή τους. Ο χρόνος θα δείξει αν είναι σωστοί ή όχι», επισήμανε και πρόσθεσε: «Τα θεμελιώδη μεγέθη έχουν σημασία, όχι σε ποια αγορά κατατασσόμαστε. Το θέμα είναι να γίνουμε καλύτερη αγορά για τα υφιστάμενα και τα εν δυνάμει μέλη μας».
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο Reporter Magazine Ιουλίου
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr