Είναι χαρακτηριστικό ότι στο 9μηνο του 2020 (Ιανουάριος-Σεπτέμβριος 2020) τα ξένα funds έχουν προχωρήσει σε ρευστοποιήσεις ελληνικών μετοχών συνολικής αξίας 563,92 εκατ. ευρώ και ενώ μέσα στην εβδομάδα θα γνωρίζουμε και τα στοιχεία του Νοεμβρίου που θα ανεβάσουν το ποσό των ρευστοποιήσεων πάνω από τα 600 εκατ. ευρώ. Αν συνεχιστεί αυτή η εικόνα και τους τελευταίους δύο μήνες οι ρευστοποιήσεις θα προσεγγίσουν το 1 δισ. ευρώ.
Αποτελεί κοινό μυστικό, ότι οι «καθαρές» πωλήσεις που βγαίνουν από τα ξένα Funds έχουν ρίξει στα τάρταρα τις αποτιμήσεις της συντριπτικής πλειονότητας των μεγαλύτερων εισηγμένων επιχειρήσεων. Στην αρχή της χρονιάς θεωρούσαν την ελληνική αγορά ακριβή και όταν ήρθε η πανδημία, αποκόμισαν την αίσθηση ότι τα πλήγματα στην εγχώρια οικονομία θα είναι πολύ μεγάλα, λαμβάνοντας υπόψη την ισχυρή επίδραση του τουρισμού στο Α.Ε.Π. Κάτι που απογύμνωσε το επενδυτικό αφήγημα της χώρας και έθεσε στο περιθώριο το ούτως ή άλλως αβαθές ελληνικό χρηματιστήριο. Η κλιμακούμενη ένταση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις ήταν ακόμη μια αρνητή παράμετρος. Στην παρούσα φάση η επέλαση της φονικής πανδημίας, ήρθε να συνδυαστεί με την μεταδιδόμενη αρνητική εικόνα για τις τράπεζες και τα διαχεόμενα σενάρια κεφαλαιακών αυξήσεων, με συνέπεια να διαμορφωθεί ένα εκρηκτικό κοκτέιλ αβεβαιότητας, προβληματισμών και πεσιμισμού. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν ότι το… νέο κύμα των πωλήσεων στο χρηματιστήριο οφείλεται στις τραπεζικές παρενέργειες, που μεταδόθηκαν σε όλο το εύρος της αγοράς.
Τα εγχώρια και διεθνή funds υπό τη μορφή αγέλης συνωστίσθηκαν στην έξοδο και ρευστοποιούσαν χωρίς αύριο. Η συντριβή τιμών και κεφαλαιοποιήσεων ήταν συνολική για το σύνολο του χρηματιστηριακού ταμπλό. Η έξαρση της πανδημίας και στην Ελλάδα οδηγεί το Χρηματιστήριο σε απώλειες 21,343 δισ. ευρώ της κεφαλαιοποίησης από την αρχή του 2020. Ουσιαστικά έχει χαθεί η χρονιά και ενώ απομένουν 44 συνεδριάσεις για τη λήξη του έτους. Σε σύνολο 206 συνεδριάσεων από την αρχή της χρονιάς οι 107 συνεδριάσεις έκλεισαν πτωτικά και 99 συνεδριάσεις είχαν θετικό κλείσιμο.
Με συνολικές απώλειες 8,85% για το γενικό δείκτη και μείωση της κεφαλαιοποίησης κατά 3,17 δισ. ευρώ έκλεισε ο χρηματιστηριακός Οκτώβριος. Πρόκειται για το χειρότερο μήνα του έτους που διανύουμε αφού απομένουν ακόμη 43 συνεδριάσεις. Όπως όλα δείχνουν, η αρνητική πορεία της αγοράς δεν μπορεί να έχει μια βιώσιμη ανάσχεση, αν δεν αλλάξει η μέχρι τώρα συμπεριφορά των ξένων «παικτών», που ως κεντρική τάση, είναι σταθεροί πωλητές. Διότι ναι μεν το ελληνικό στοιχείο είναι εκείνο που απορροφά την προσφορά, αλλά από μόνο του αδυνατεί να δώσει κατεύθυνση στο χρηματιστήριο. Είναι αξιοσημείωτο ότι η Αθήνα με τη συμπλήρωση του 10μηνου του 2020 εμφανίζει αθροιστικές απώλειες 37,88% που είναι η τέταρτη χειρότερη απόδοση από το 1983 μέχρι σήμερα. Έχουν προηγηθεί οι εξής ετήσιες αρνητικές αποδόσεις: το 2008 οι ετήσιες απώλειες του γενικού δείκτη ήταν -65,50%, το 2011 οι απώλειες είχαν φθάσει το -51,88%, το 2000 οι ετήσιες απώλειες είχαν διαμορφωθεί στο -38,77% και το 1983 οι ετήσιες απώλειες του Χρηματιστηρίου είχαν διαμορφωθεί στο -37,64%.
Η αβεβαιότητα σχετικά με την πανδημία και οι γεωπολιτικές εντάσεις αναμένεται να διατηρήσουν τη συναλλακτική δραστηριότητα και την κεφαλαιοποίηση της αγοράς σε χαμηλά επίπεδα για το υπόλοιπο του 2020, ενώ οι ελληνικές εταιρείες εμφανίζονται διατακτικές ειδικά όσον αφορά την εισαγωγή νέων εταιρειών στην αγορά (IPOs) και τις εκδόσεις κοινών μετοχών (SCIs).
Η επιδείνωση της καμπύλης της επιδημίας, η συντήρηση της γεωπολιτικής αβεβαιότητας στην Ανατολική Μεσόγειο αλλά και η συντηρούμενη χαμηλή ορατότητα στις τράπεζες ενόσω κρίσιμες λεπτομέρειες για το σχέδιο της bad bank παραμένουν αδιευκρίνιστες, συντηρούν την αποστροφή προς τον μετοχικό κίνδυνο.
ΑΝΕΣΤΗΣ ΝΤΟΚΑΣ
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr