Αυτό προκύπτει από έρευνα της STAT BANK, σύμφωνα με την οποία οι εταιρίες του δείγματος αύξησαν τον συνολικό τους τζίρο από 9,4 δισεκατομμύρια ευρώ το 2005 σεπερίπου 11 δισεκατομμύρια ευρώ το 2006. Αν μάλιστα συνυπολογίσει κανείςότι ο συνολικός τζίρος των ίδιων εταιριών το 2005 είχε αυξηθεί κατά 30%σε σχέση με το 2004, μπορεί να συμπεράνει κανείςότιτην τελευταία διετία η συνολική επιβάρυνση – από τις απανωτές αυξήσεις των τιμών των καυσίμων – ήταν της τάξεως του 47% (δεδομένου ότι η κατανάλωση σε όγκους δεν είχε σημαντικές διαφοροποιήσεις)
Ενώ, όμως, ο τζίρος των εταιριών--που «φωτογραφίζει» και την δαπάνη από τη πλευρά των καταναλωτών – αυξάνει, τα κέρδη των εταιριών δεν ακολουθούν την ίδια ανοδική τάση. Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της έρευνας της STAT BANK, τα συνολικά κέρδη των 66 εταιριών (με συγκρίσιμα στοιχεία) – εξαιρείται η Shell η οποία το 2005 είχε εμφανίσει ιδιαίτερα υψηλή κερδοφορία λόγω μεταβίβασης οικονομικών δικαιωμάτων χρήσεως σημάτων -αυξήθηκαν κατά 9% για να φτάσουν τα 103,9 εκατομμύρια ευρώ κατά το 2006. Αν σε αυτά συνυπολογίσει κανείς τα κέρδη της Shell, τότε η συνολική κερδοφορία των 67 εταιριών ανέρχεται σε 113,9 εκατομμύρια ευρώ. Από το σύνολο των εταιριών του δείγματος οι 56 εμφάνισαν κέρδη και οι 11 ζημιές. Αντιστοίχως, από τις 56 κερδοφόρες οι 21 εμφάνισαν μείωση των κερδών τους.
Στον κλάδο εξακολουθεί να επικρατεί μεγάλη συγκέντρωση δυνάμεων, παρά το γεγονός ότι οι ισχυροί του κλάδου εμφανίζουν απώλειες δυνάμεων.Συγκεκριμένα, οι πέντε μεγαλύτερες (βάσει κύκλου εργασιών) επιχειρήσεις του κλάδου ήλεγξαν και κατά το 2006 το συντριπτικό τμήμα της συνολικής κερδοφορίας των εταιριών. Απέσπασαν έτσι το 67,5% των συνολικών κερδών των εταιριών του δείγματος. Ενδεικτικό ωστόσο της απώλειας εδάφους από τις μεγάλες εταιρίες είναι το γεγονός ότι οι πέντε πρώτες (βάσει τζίρου) εταιρίες του κλάδου- ΕΚΟ, Shell, BP, Jetoil και Avin – εμφάνισαν μικρή ή μεγάλη υποχώρηση στη κερδοφορία τους.
Τα στοιχεία καταναλώσεων του πρώτου τριμήνου του 2007 επιβεβαιώνουν την απώλεια σημαντικών πόντων στην αγορά του «μαύρου χρυσού» από τις μεγάλες εταιρίες του τομέα: είναι χαρακτηριστικό ότι η ΕΚΟ στην αγορά βενζινών-ντίζελ διέθεσε 13,4% λιγότερες ποσότητες καυσίμων, η BP 15,1% και η Shell 10,8%. Αντιστοίχως η Avin 5,1% λιγότερες ποσότητες βενζινών και ντίζελ.
Οι εταιρίες
Ας δούμε, όμως, αναλυτικά την πορεία των επιχειρήσεων, έτσι όπως αυτή αποτυπώνεται στην τελευταία χρήση τους. Πριν γίνει καταγραφή των επιδόσεων των εταιριών αξίζει να αναφερθεί ότι οι αλλαγές που έχουν γίνει λόγω της εφαρμογής των διεθνών λογιστικών προτύπων έχουν οδηγήσει σε διαφοροποιήσεις στην τελική κατάταξη, αφού άλλες εταιρίες υπολογίζουν τους δασμούς στον κύκλο εργασιών τους ενώ άλλες όχι. Έτσι,
* Η κρατικών συμφερόντων ΕΚΟ υπό τη διεύθυνση του κ. Γιώργου Γεωργίου, διατήρησε την πρωτιά της στον κλάδο μειώνοντας ωστόσο τις επιδόσεις της – κατά περίπου 12% - στο επίπεδο της κερδοφορίας. Το νέο εγχείρημα της ΕΚΟ είναι η τόνωση της δραστηριότητας της ΕΚΟ Καλυψώ ΕΠΕ, της εταιρίας που έχει υπό την ευθύνη της τα ιδιόκτητα πρατήρια της ΕΚΟ. Με στόχο τον έλεγχο του δικτύου λιανικής η ΕΚΟ ακολουθεί το παράδειγμα της Shell που πρώτη δημιούργησε εκτεταμένο δίκτυο μεγάλων ιδιόκτητων πρατηρίων.
* Η Shell υπό τη διεύθυνση του κ. Παναγ. Ξυνή, εμφάνισε άνοδο των πωλήσεών της ενώ τα καθαρά της κέρδη προσέγγισαν τα 10 εκατομμύρια ευρώ. Η σύγκριση ωστόσο με τα πολύ υψηλά κέρδη του 2005 είναι ανεδαφική καθώς το έτος αυτό η εταιρία είχε εμφανίσει πολύ υψηλή κερδοφορία η οποία είχε σχέση με τη μεταβίβαση οικονομικών δικαιωμάτων χρήσεων σημάτων.
* Η εν Ελλάδι θυγατρική της πολυεθνικής BP, υπό τη διεύθυνση του κ. Σ. Χριστογιάννη, αποτελεί τη χρυσοτόκο όρνιθα του τομέα εμπορίας καυσίμων. Η BP Hellas ήταν η πιο κερδοφόρος επιχείρηση του κλάδου με 32,2 εκατομμύρια ευρώ καθαρά κέρδη. Λειτούργησε μάλιστα με το υψηλότερο περιθώριο καθαρού κέρδους, μεταξύ όλων των μεγάλων εταιριών του κλάδου.
* Η εταιρία Jetoi
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr