Ενισχυτικά της αλλαγής πλεύσης στην τράπεζα της Ιαπωνίας, η ΕΚΤ πλέον φαίνεται πρόθυμη να προσφέρει μεγαλύτερη ώθηση στην οικονομική ανάπτυξη, ενώ η Fed και η νέα ηγεσία στην Τράπεζα της Αγγλίας δεν θα διστάσουν να κάνουν περισσότερα, αν οι οικονομίες τους εξασθενίσουν σημαντικά και πάλι. Προφανώς, αυτό οδηγεί στην άφθονη στήριξη σε όρους χρηματικής ρευστότητας για τις παγκόσμιες αγορές.
Δεδομένου ότι τόσο οι μετοχές όσο και τα κρατικά ομόλογα πήγαν καλά πρόσφατα, έχει νόημα να υποθέσουμε ότι πρόκειται για ένα ράλι τιμών λόγω ρευστότητας. Ταυτόχρονα, κάποια στοιχεία στην πρόσφατη συμπεριφορά της αγοράς είναι πολύ διαφορετικά από τις προηγούμενες περιόδους του έτους, όταν ευνοϊκές συνθήκες ρευστότητας ώθησαν πλούσιους σε διαθέσιμα επενδυτές να ανεβάσουν τις αγορές κατά την αναζήτησή τους για εισόδημα και επενδύσεις με σταθερούς ρυθμούς ανάπτυξης. Οι δυνάμεις αυτές εξηγούν σε μεγάλο βαθμό γιατί τα commodities υστέρησαν τόσο πολύ και γιατί οι (σταθερής καταβολής μερίσματος) αμυντικοί μετοχικοί κλάδοι ξεπέρασαν τις αγορές κυκλικών μετοχών κατά το πρώτο τρίμηνο του έτους.
Τόσο η πρόσφατη ανάκαμψη των commodities όσο και η κυκλική φύση του ράλι της μετοχικής αγοράς (π.χ. καλύτερες επιδόσεις των κλάδων πληροφορικής και πρώτων υλών) παρέχουν κάποιες δειλές ενδείξεις ότι οι υποκείμενες κινητήριες δυνάμεις της αγοράς αλλάζουν. Αυτό υποδηλώνει το ενδεχόμενο ότι δεν είναι μόνο οι υψηλότερες προσδοκίες για επεκτατική νομισματική πολιτική των κεντρικών τραπεζών που βρίσκονται πίσω από τις πρόσφατες τάσεις. Στο πλαίσιο αυτό θα ήταν επίσης αξιοσημείωτο να δούμε την πρόσφατη ανατίμηση του Ευρώ έναντι του δολαρίου, ως μία αυξημένη πιθανότητα πρόκλησης πτωτικών τάσεων στο νόμισμα στην περίπτωση μείωσης των επιτοκίων από την ΕΚΤ.
Στην αναζήτηση για εναλλακτικές εξηγήσεις, φαίνεται συνετό να μην κοιτάμε μόνο τη νομισματική πλευρά της πολιτικής εξίσωσης, αλλά επίσης να εξετάσουμε τι συμβαίνει στο δημοσιονομικό μέτωπο. Είναι σίγουρα πολύ νωρίς να μιλάμε για αλλαγές καθεστώτος σε αυτό το μέτωπο, αλλά φαίνεται ότι ένας μέτριος άνεμος αλλαγής έχει αρχίσει να φυσάει τις τελευταίες εβδομάδες. Δεδομένου ότι η δημοσιονομική πολιτική ήταν ένα από τα πιο σημαντικά εμπόδια για την παγκόσμια ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια, η αλλαγή στάσης θα μπορούσε να επηρεάσει σημαντικά τις προσδοκίες της αγοράς σχετικά με τη μελλοντική οικονομική μεγέθυνση.
Βέβαια είναι νωρίς και σε πολλά μέρη του ανεπτυγμένου κόσμου, το ευαγγέλιο της λιτότητας εξακολουθεί να κηρύττεται από πολλούς πολιτικούς ηγέτες. Την ίδια στιγμή, η ακαδημαϊκή στήριξη, η δημοτικότητα και η πρακτική εφαρμογή βρίσκονται σαφώς σε φάση αλλαγής κατεύθυνσης.κατά την τρέχουσα περίοδο.
Μεγαλύτερη αίσθηση προκάλεσε η δημοσίευση των σημαντικών σφαλμάτων στο έργο των δύο επιφανών οικονομολόγων (Reinhart και Rogoff), το οποίο παρείχε την πιο ισχυρή επιστημονική και ακαδημαϊκή στήριξη στην πολιτική της έντονης, και ταχείας μείωσης του χρέους και των ελλειμμάτων.. Πολλοί πολιτικοί υπέρ της λιτότητας επικαλούνταν αυτό το έργο τα τελευταία χρόνια για να τεκμηριώσουν τις θέσεις τους. Με την αποδόμηση αυτού του επιστημονικού πονήματος και με το μύθο της επεκτατικής λιτότητας (με τη δικαιολογία μίας μαγικής βελτίωσης της εμπιστοσύνης) να διαψεύδεται πλήρως από τα γεγονότα των τελευταίων 3 ετών, η ικανότητα των εναπομεινάντων υποστηρικτών της λιτότητας να "πουλήσουν" την ιστορία τους προς το κοινό έχει υποστεί σοβαρό πλήγμα.
Προφανώς οι πολιτικοί στο Νότο της Ευρώπης το είχαν ήδη παρατηρήσει πολύ ξεκάθαρα και οι πρόσφατες εξελίξεις τόσο στην Ισπανία όσο και στην Ιταλία δείχνουν ότι θα ακολουθηθεί ένα λιγότερο αυστηρό πρόγραμμα λιτότητας. Η Ισπανία ζήτησε (και πήρε!) 2 χρόνια παράταση στους δημοσιονομικούς της στόχους από την Τρόικα και η νέα ιταλική κυβέρνηση έχει ήδη καταστήσει σαφές ότι δεν θα παραβλέψει το σημαντικότερο μήνυμα των τελευταίων εκλογών (λιτότητα: ΟΧΙ!) και θα αναζητήσει μια πιο ισορροπημένη προσέγγιση για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και δημοσιονομική εξυγίανση. Επιλέον, φαίνεται ότι και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει αρχίσει να βγαίνει από τον λήθαργό της καθώς ο Πρόεδρος Barrosso και ο Επίτροπος Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων, Όλι Ρεν, έκαναν δημόσιες δηλώσεις που άφησαν να εννοηθεί μία υποχώρηση της επιμονής τους στη λιτότητα.
Εν τω μεταξύ, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι ακόμη και χωρίς περαιτέρω αλλαγές στη δημοσιονομική πολιτική έχουμε πλέον περάσει σαφώς την κορυφή της δημοσιονομικής σύσφιξης. Στην Ευρώπη, η κορύφωσή έλαβε χώρα το 2012 και εξακολουθεί και το 2013 να είναι τροχοπέδη για την ανάπτυξη, αλλά αναμένεται να επέλθει σε ουδέτερα επίπεδα το επόμενο έτος. Στις ΗΠΑ, η κορύφωση συμβαίνει αυτή τη στιγμή με την αύξηση του φόρου μισθωτών υπηρεσιών δημιουργώντας μια ισχυρή δημοσιονομικής φύσεως τροχοπέδη κατά το πρώτο εξάμηνο του 2013, σταδιακά, ωστόσο, και μέσα στα επόμενα τρίμηνα θα μετριαστεί η επίπτωσή της στην ανάπτυξη. Την ίδια στιγμή όμως η Ιαπωνία αλλάζει κατεύθυνση καθώς το δημοσιονομικό σκέλος της πολιτικής του Abe (Abenomics) θα ξεκινήσει από το δεύτερο εξάμηνο του 2013 να είναι επεκτατικό και όχι περιοριστικό.
Συμπερασματικά, μία πιο εποικοδομητική θεώρηση του αντίκτυπου της δημοσιονομικής πολιτικής στην οικονομική ανάπτυξη στα επόμενα ένα ή δύο χρόνια έχει αρχίσει να παίζει ένα ρόλο στη συμπεριφορά των επενδυτών. Ειδικά αν προσθέσει κανείς την πρόσφατη πτώση των τιμών του πετρελαίου, η οποία έχει ανάλογη επίδραση με μία μείωση φόρου για τα νοικοκυριά παγκοσμίως, μπορεί να γίνει κατανοητό γιατί οι αγορές προσεγγίζουν τα αδύναμα οικονομικά στοιχεία ως μια κυκλική διακύμανση.
Τα χαμηλά επιτόκια των κεντρικών τραπεζών, η άφθονη χρηματική ρευστότητα και η άμβλυνση απρόβλεπτων κινδύνων δικαιολογούν μια επιφυλακτική μετακίνηση των διαθεσίμων προς τις αγορές και σταδιακά θα "ωθήσουν" τους επενδυτές να αναλάβουν μεγαλύτερο κίνδυνο. Αυτό ουσιαστικά συμβαίνει από το καλοκαίρι του περασμένου έτους. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον παραμένει ιδιαίτερα αβέβαιο πόση ώθηση στην πραγματική οικονομία θα δημιουργήσει το μίγμα πολιτικής, όσο το δημοσιονομικό σκέλος του παραμένει περιοριστικό. Και πράγματι αυτό έχουν δείξει τα στοιχεία, καθώς η παγκόσμια ανάπτυξη παραμένει ιδιαίτερα περιορισμένη για μία περίοδο ανάκαμψης.
Αν το δημοσιονομικό σκέλος έχει επιτέλους αρχίσει να κινείται προς την κατεύθυνση της «ανάπτυξης», αυτό θα μπορούσε να αλλάξει τα πράγματα πολύ. Αν θεωρηθεί αξιόπιστη και αρκετά σημαντική η τάση αυτή θα μεταμορφωθεί κατά πάσα πιθανότητα η στροφή από τα διαθέσιμα προς τις αγορές σε μια επανατοποθέτηση των επενδυτών στην καμπύλη κινδύνου, σύμφωνα με την οποία οι αμυντικές επενδύσεις θα αντικατασταθούν από επενδύσεις ανάπτυξης. Τόσο η συμπεριφορά των αγορών (τα ομόλογα συνεχίζουν να πηγαίνουν καλά) και η αβεβαιότητα που εξακολουθεί να περιβάλλει τη δημοσιονομική μελλοντική πολιτική δείχνουν ότι μια ουσιαστική στροφή από τα ομόλογα προς τα επενδυτικά προϊόντα ρίσκου και από το κίνδυνο "εισοδήματος" (εταιρικά ομόλογα, real estate, μετοχές που αποδίδουν μέρισμα) στον κίνδυνο «ανάπτυξης» (μετοχές υψηλού beta, αναδυόμενες αγορές, commodities) δεν είναι ακόμη σε ισχύ.
Παρόλα αυτά, οι σπόροι έχουν σπαρθεί και κάποιες δειλές ενδείξεις στην πολιτική εξίσωση υποδεικνύουν ότι οι επενδυτές πρέπει να ανοίξουν το μυαλό τους ως προς το ενδεχόμενο ο άνεμος της αλλαγής να στρέψει την παγκόσμια οικονομία προς την κατεύθυνση ενός πιο υγιούς περιβάλλοντος ανάπτυξης και τις αγορές προς ένα καθεστώς περισσότερο προσανατολισμένο προς την ανάπτυξη. Αυτό μας κρατά προσανατολισμένους προς επενδύσεις υψηλότερου κινδύνου (μετοχές και ακίνητα) και σε επιφυλακή ως προς τον κίνδυνο ανάπτυξης, έως ότου γίνει ορατή η στροφή στην δημοσιονομική πολιτική και στην συμπεριφορά των επενδυτών.
ΠΗΓΗ: ING-IM
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr