Ο ρυθμός των απολύσεων έχει επιταχυνθεί σε πραγματικά ανησυχητικά επίπεδα τις τελευταίες εβδομάδες. Η Michelin, μια γαλλική εταιρεία κατασκευής ελαστικών, δήλωσε ότι θα απολύσει περισσότερους από χίλιους εργαζόμενους. Η σουηδική εταιρεία κατασκευής μπαταριών Northvolt υπέβαλε αίτηση πτώχευσης. Η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία Volkswagen ανακοίνωσε το κλείσιμο εργοστασίων στην πατρίδα της για πρώτη φορά στην ιστορία της.
«Πρωτιά» της γερμανικής βαριάς βιομηχανίας
Ειδικά στη Γερμανία φαίνεται πως τα πράγματα ολοένα επιδεινώνονται και η κρίση στη βαριά βιομηχανία γίνεται όλο και πιο απειλητική, δημιουργώντας ανησυχίες για το «γερμανικό οικονομικό θαύμα» πάνω στο οποίο έχει στηριχτεί όλο το μεταπολεμικό γόητρο της χώρας στα μεταπολεμικά χρόνια.
Όπως αναφέρει το Reuters, μετά τη WV σειρά έχει η γερμανική βιομηχανία Εvonik με έδρα της το Έσεν, στην κοιλάδα του Ρουρ, που παραδοσιακά ευδοκιμούσε η γερμανική βαριά βιομηχανία, στο κρατίδιο της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας.
Σύμφωνα με τον επικεφαλής της εταιρείας, Κρίστιαν Κούλμαν, η Evonik σχεδιάζει μια ριζική αναδιάρθρωση από την οποία αναμένεται να επηρεαστούν περίπου 7.000 θέσεις εργασίας (εκ των 32.000 που υπάρχουν συνολικά), ενώ ενδεχομένως να προκύψουν και χιλιάδες απολύσεις. Στόχος της αναδιάρθρωσης είναι να καταστεί η δομή της εταιρείας πιο ευέλικτη και ανταγωνιστική, καθώς η χημική βιομηχανία της Γερμανίας δεν έχει σταματήσει να βάλλεται, ιδίως μετά την διακοπή της ροής φτηνού ρώσιμου φυσικού αερίου.
Σύμφωνα με τον Κούλμαν, από την αναδιάρθρωση θα επηρεαστούν περισσότερο οι εγκαταστάσεις των περιοχών Marl και Wesseling, οι οποίες δεν αποκλείεται να κλείσουν εντελώς.
Η εταιρεία, η οποία κατασκευάζει χημικές ουσίες που χρησιμοποιούνται σε προϊόντα από ζωοτροφές μέχρι το εμβόλιο COVID της Pfizer και της BioNTech, είχε ανακοινώσει περικοπές έως και 2.000 θέσεων εργασίας έως το 2026 με στόχο τη μείωση του κόστους κατά 400 εκατομμύρια ευρώ (437 εκατομμύρια δολάρια) ετησίως, όπως αναφέρει το Reuters.
Η Ένωση Γερμανικών Χημικών Βιομηχανιών, παράλληλα, επισημαίνει ότι σημαντικοί «παίκτες» του κλάδου της χημικής και της φαρμακευτικής βιομηχανίας βρίσκονται αντιμέτωποι με μια πρωτόγνωρη ύφεση, με αποτέλεσμα πολυάριθμες μονάδες να κλείνουν ή να οδηγούνται σε περικοπές.
Όμως και η Ομοσπονδιακή Τράπεζα της Γερμανίας αναπροσαρμόζει τις προβλέψεις της προς το χειρότερο, σημειώνοντας ότι η φάση στασιμότητας θα διαρκέσει περισσότερο από ό,τι αρχικά αναμενόταν και πως η οικονομία θα παραμείνει ασθενική μέχρι το 2026.
Συγκεκριμένα, οι ειδικοί της Bundesbank, όπως επισημαίνει η γερμανική ραδιοφωνία DLF, προβλέπουν ανάπτυξη μόλις στο 0,2% αντί 1,1% για το 2025 και 0,8% αντί 1,4% για το 2026. Ο επικεφαλής της Bundesbank, Γιόαχιμ Νάγκελ, θεωρεί ως βασικά αίτια όχι μόνο τα επίμονα οικονομικά προβλήματα σε πολυάριθμους κλάδους της γερμανικής οικονομίας, αλλά και τις χρόνιες δομικές δυσλειτουργίες.
Καμπή και στις γερμανικές εξαγωγές
Απαισιόδοξες είναι οι προβλέψεις και για την εικόνα της ιδιωτικής κατανάλωσης στη Γερμανία που, σύμφωνα με την Ομοσπονδιακή Τράπεζα, δεν αναμένεται να συμβάλλει άμεσα στην ανάκαμψη.
Παρόλο που ο πληθωρισμός έχει μειωθεί αισθητά σε σχέση με το 2022, οι τιμές σε τρόφιμα αλλά και υπηρεσίες παραμένουν ακριβές.
Σύμφωνα με την Ομοσπονδιακή Στατιστική Υπηρεσία, οι γερμανικές εξαγωγές υποχώρησαν κατά 2,8% σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα και πλέον ανέρχονται σε 144 δις ευρώ.
Ιδιαίτερη μείωση παρουσίασαν οι εξαγωγές προς τις ΗΠΑ κατά 14%, τη στιγμή που οι Ηνωμένες Πολιτείες παραμένουν η σημαντικότερη αγορά των γερμανικών προϊόντων.
Η θέση της ΕΕ
Ενώ παρατηρείται ευρεία σύγκλιση ως προς τις αιτίες που έχουν οδηγήσει τη βαριά βιομηχανία της Ευρώπης σε κρίση, δεν επικρατεί το ίδιο συναινετικό κλίμα ως προς τα μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν για την αντιμετώπιση του προβλήματος.
Ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει προσπαθήσει να επιτύχει την απαραίτητη συναίνεση για την εξεύρεση λύσεων – κυρίως μέσω της έκθεσης του Μάριο Ντράγκι – οι προτεινόμενες «συνταγές» για τον τερματισμό της κρίσης της ευρωπαϊκής μεταποίησης παραμένουν αξιοσημείωτα αποκλίνουσες.
Μερικές από τις αποκλίσεις έχουν να κάνουν με το εάν θα πρέπει η Ευρώπη να εκδώσει περισσότερο κοινό χρέος για να χρηματοδοτήσει κρίσιμες επενδύσεις και με το εάν θα πρέπει να χαλαρώσουν οι χρηματοπιστωτικοί κανονισμοί για να δοθούν κίνητρα για επενδύσεις.
«Η Ευρώπη σήμερα αιμορραγεί από ποιοτικές θέσεις εργασίας επειδή δεν έχουμε θεσπίσει τα μέτρα που απαιτούνται για να στηρίξουμε τις επιχειρήσεις μας και το εργατικό δυναμικό τους ώστε να παραμείνουν ανταγωνιστικές», δήλωσε η Esther Lynch, Γενική Γραμματέας της ETUC, μίας οργάνωσης που εκπροσωπεί 45 εκατομμύρια ευρωπαίους εργαζόμενους.
Η ίδια κάλεσε, επίσης, την εκτελεστική εξουσία της ΕΕ να θεσπίσει μια «οδηγία για τη δίκαιη μετάβαση», ώστε να διασφαλιστεί ότι «κανένας εργαζόμενος δεν θα μείνει πίσω» κατά τη μετάβαση σε μια πράσινη οικονομία.
«Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει δεσμευτεί να υλοποιήσει αυτά τα μέτρα και οι εταιρείες θα πρέπει να περιμένουν μέχρι να εφαρμοστούν πριν λάβουν αποφάσεις για το μέλλον τους», δήλωσε.
Δυστυχώς, η σύγκρουση μεταξύ επιχειρήσεων και εργαζομένων σχετικά με τον τρόπο αντιμετώπισης της ταχείας αποβιομηχάνισης της Ευρώπης είναι πιθανό να γίνει ακόμη πιο έντονη κατά τους επόμενους μήνες, καθώς η νομοθετική μηχανή της ΕΕ που έχει καθυστερήσει επί μακρόν θα αρχίσει να λειτουργεί για τη νέα θητεία και οι απώλειες θέσεων εργασίας θα συνεχίσουν να αυξάνονται.
Επιβεβαιώνοντας αυτή τη δυσοίωνη εκτίμηση, η Εμπορική Τράπεζα του Αμβούργου (HCOB) ανέφερε την περασμένη εβδομάδα ότι η απασχόληση στη μεταποίηση της ζώνης του ευρώ μειώθηκε τον Νοέμβριο με τον ταχύτερο ρυθμό από τον Αύγουστο του 2020. Οι περικοπές θέσεων εργασίας στη Γερμανία - τη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης και ιστορικά μια βιομηχανική ατμομηχανή - ήταν ιδιαίτερα έντονες.
Ο δείκτης υπευθύνων προμηθειών (PMI) της HCOB για τη μεταποίηση, ο οποίος μετρά τις συνθήκες λειτουργίας των εργοστασίων σε ολόκληρη την ευρωζώνη, επιδεινώθηκε επίσης, πέφτοντας από 46 τον Οκτώβριο σε 45,2 τον Νοέμβριο - πολύ κάτω από το επίπεδο «αμετάβλητου» 50.
«Αυτοί οι αριθμοί φαίνονται τρομεροί», δήλωσε ο επικεφαλής οικονομολόγος της HCOB Cyrus de la Rubia. «Είναι σαν η ύφεση της μεταποίησης στην ευρωζώνη να μην πρόκειται να τελειώσει ποτέ».
«Ενώ το επίσημο ποσοστό ανεργίας έχει πτωτική τάση εδώ και μερικά χρόνια και έχει σταθεροποιηθεί στο 6,3%, ο δείκτης PMI και τα σχέδια περικοπής κόστους πολλών εταιρειών υποδηλώνουν ότι οδεύουμε προς υψηλότερα ποσοστά ανεργίας», συμπλήρωσε κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου για την ευρωπαϊκή βιομηχανία.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr