Καταρχήν, λοιπόν, η Ελλάδα είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης και της ΟΝΕ και επί 40 χρόνια λαμβάνει οδηγίες από την Ε.Ε. σχετικά με το πώς πρέπει να αλλάξει τους νόμους της, τη δημόσια διοίκησή της, την οικονομία της και όλες τις πρακτικές της για να προσαρμοστεί στα ευρωπαϊκά πρότυπα. Σαράντα χρόνια οι ελληνικές κυβερνήσεις είτε αγνοούν αυτές τις οδηγίες, είτε τις εφαρμόζουν πλημμελώς, σπανίως, δε, τις εφαρμόζουν σωστά. Επί 40 χρόνια δανειζόμαστε λεφτά, κάποιες επενδύσεις έγιναν, ενώ μεγάλο μέρος των χρημάτων σπαταλήθηκε σε παροχές (Πάγκαλος: «Μαζί τα φάγαμε»), μεγάλο μέρος χάθηκε στη διαφθορά και στη διαπλοκή πολιτικών, δημοσίων υπαλλήλων και επιχειρηματιών, δηλαδή σε μίζες.
Φτάσαμε να χρωστάμε τόσα πολλά και να έχουμε τόσο μεγάλο δημοσιονομικό έλλειμμα που οι αγορές σταμάτησαν να μας δανείζουν. Προκειμένου να μην πτωχεύσουμε συμφωνήσαμε στα μνημόνια.
Πρώτον και σημαντικότερον, για να εξασφαλίσουν οι δανειστές ότι θα πάρουν πίσω τα λεφτά τους.
Δεύτερον, για να εξασφαλίσουμε εμείς ότι δεν θα μείνουμε ολομόναχοι στον κόσμο με την παγκόσμια κοινότητα εχθρική επειδή πτωχεύσαμε και τους φάγαμε τα λεφτά και για να διατηρήσουμε τη θέση μας στην Ευρώπη και να μη μας κάνουν μια χαψιά οι εχθροί.
Οι δανειστές, λοιπόν, απαίτησαν για να σιγουρευτούν ότι θα πάρουν πίσω τα λεφτά τους να έχουμε πρωτογενή πλεονάσματα ώστε το χρέος να αποπληρώνεται κανονικά. Μας πρότειναν και τρόπους να τα πετύχουμε αυτά μέσω μεταρρυθμίσεων που θα περιόριζαν τις σπατάλες, θα αύξαναν τα δημόσια έσοδα, θα περιόριζαν τις αδικίες και θα προσάρμοζαν την ελληνική πραγματικότητα στους κανόνες λειτουργίας της Ε.Ε.
Εχουμε έτσι δύο συνταγές από τους δανειστές: εντολές για πρωτογενή πλεονάσματα και, δεύτερον, συμβουλές για το πώς πρέπει να κινηθούμε.
Αδυνατώντας να αγνοήσουμε τις εντολές διότι αυτό θα σήμαινε αυτομάτως πτώχευση, αρχίσαμε να βγάζουμε τα πλεονάσματα και δεσμευτήκαμε να τα βγάζουμε επί δεκαετίες. Από την άλλη, δεν ακολουθήσαμε τις συμβουλές, αλλά επιλέξαμε αντί για μεταρρυθμίσεις να πάρουμε τα περίφημα -και καταστροφικά- ισοδύναμα μέτρα. Αντί λοιπόν να περιορίσουμε τις σπατάλες και να εκσυγχρονίσουμε τη δημόσια διοίκηση προτιμήσαμε να πνίξουμε την οικονομία με τους φόρους, να καταστρέψουμε εκατοντάδες χιλιάδες επιχειρήσεις, να στείλουμε στην ανεργία ενάμισι εκατομμύριο εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα και να προστατεύσουμε τη διεφθαρμένη αναποτελεσματική, αντιπαραγωγική και ανίκανη δημόσια διοίκηση η οποία σε μεγάλο βαθμό (όχι φυσικά όλη) είναι στελεχωμένη με κομματικά στελέχη.
Οι δανειστές, βλέποντας την κατάσταση, έκαναν απλώς και μόνο ό,τι τους επιτρέπει η δημοκρατική τους νοοτροπία να κάνουν, δηλαδή μας άφησαν να διαλέξουμε ποια μέτρα θα πάρουμε και ποιες μεταρρυθμίσεις θα κάνουμε. Αρκεί να εξασφαλίσουμε ότι θα υπάρχουν τα πλεονάσματα για να πληρώνονται τα χρέη. Κατά τα άλλα, δεν επέμειναν στις συμβουλές τους, μεγάλα παιδιά είμαστε, εκλεγμένους πολιτικούς ηγέτες έχουμε, παίρνουμε τις ευθύνες μας και λουζόμαστε τα λάθη μας. Και τα κάναμε φυσικά όλα λάθος. Η διάλυση της οικονομίας μέσω της αποφυγής των μεταρρυθμίσεων μας συντηρεί σε κατάσταση ομηρείας επί δεκαετίες και αυτό το διαλέξαμε εμείς.
Οι ξένοι λοιπόν -για όσους έχουν απορίες και αναρωτιούνται γιατί στηρίζουν τον Τσίπρα- θα στήριζαν οποιαδήποτε κυβέρνηση μπορούσε να εφαρμόσει τις εντολές τους. Ο Τσίπρας μπορούσε και τις εφάρμοσε. Τους εξασφάλισε δηλαδή την πληρωμή των χρεών μέσω των πλεονασμάτων. Τους έκλεισε το Σκοπιανό χωρίς να ζητήσει αντάλλαγμα. Αποδέχτηκε μια ρύθμιση χρέους πολύ μικρότερη από αυτή που είχαν συμφωνήσει οι προηγούμενες κυβερνήσεις. Και τα κατάφερε αυτά ο Τσίπρας επειδή ξαφνικά δεν υπήρχε αντιπολίτευση στα πεζοδρόμια, επειδή η Αθήνα δεν καιγόταν και επειδή η Αριστερά, που αντιδρούσε επί 40 χρόνια στην εφαρμογή οποιασδήποτε ευρωπαϊκής οδηγίας, έγινε κυβέρνηση. Εβγαλαν λοιπόν οι κουκουλοφόροι τις κουκούλες, σταμάτησαν να καίνε την Αθήνα και εγκαταστάθηκαν στα υπουργεία. Και εφόσον αυτοί οι ίδιοι δεν ήταν πια στο πεζοδρόμιο να τα καίνε, ως υπουργοί κατάφεραν να περάσουν όλα τα μέτρα στα οποία αντιδρούσαν. Οι εταίροι ήταν και είναι πανευτυχείς. Διότι τι θέλουν; Μια ελληνική κυβέρνηση να μπορεί να περάσει τα μέτρα. Και αυτή είναι η κυβέρνηση Τσίπρα, η οποία παίζει χωρίς αντίπαλο στο πεζοδρόμιο.
Γι’ αυτόν τον λόγο και μόνο οι Ευρωπαίοι στηρίζουν την κυβέρνηση. Οπως θα στηρίξουν και οποιαδήποτε άλλη στο μέλλον αν καταφέρει να περνάει μέτρα και δεν βρίσκει ως δικαιολογία ότι καίγεται η Αθήνα. Για παράδειγμα, αν ο Μητσοτάκης γίνει κυβέρνηση το πρώτο πράγμα που πρέπει να εξασφαλίσει είναι ότι η Αριστερά δεν θα καίει την Αθήνα. Αν το εξασφαλίσει, οι ξένοι θα τον στηρίξουν. Αν δεν το εξασφαλίσει, οι ξένοι θα πουν «φέρτε πάλι τους άλλους που πέρναγαν τα μέτρα».
Το ερώτημα που απομένει είναι ποιος θα κάνει τις μεταρρυθμίσεις που πλέον είναι στο προσκήνιο και αποτελούν το νέο μνημόνιο, το ονομαζόμενο και εποπτεία.
Οποιος τις κάνει θα είναι κυβέρνηση, όποιος δεν τις κάνει θα αλλάζει. Ετσι θα πάει το πράγμα πολιτικά από εδώ και πέρα και όσο πιο γρήγορα καταλάβουμε ότι οι μεταρρυθμίσεις είναι η μόνη διέξοδος τόσο το καλύτερο για μας.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr