Οι φοιτητικές χρηματοδοτήσεις χαρακτηρίζονται από την προνομιακή τιμολόγηση σε σχέση με τα υπόλοιπα χορηγητικά προϊόντα. Μετά μάλιστα την κατάργηση των περιορισμών στην καταναλωτική πίστη, το ύψος της χορήγησης μπορεί να φτάσει ως και τα 50.000 ευρώ, καλύπτοντας ακόμη και το 100% της δαπάνης που θέλει να πραγματοποιήσει ο υποψήφιος δανειολήπτης.
Πιο αναλυτικά, τα προϊόντα που προωθούνται από τις τράπεζες και απευθύνονται σε φοιτητές διακρίνονται στις εξής πέντε κατηγορίες: προσωπικά δάνεια, καταναλωτικά δάνεια, ανοιχτά δάνεια, πιστωτικές κάρτες και λογαριασμοί με δικαίωμα υπερανάληψης (overdraft).
Ο υποψήφιος δανειολήπτης καλείται να επιλέξει ένα ή περισσότερα από τα παραπάνω προϊόντα, ανάλογα με τις ανάγκες που έχει να καλύψει. Αναλυτικότερα:
Για τη χορήγηση προσωπικού δανείου, το ύψος του οποίου εξαρτάται από την πιστοληπτική ικανότητα του πελάτη και μπορεί να φτάσει ως και τα 30.000 ευρώ, δεν απαιτείται η προσκόμιση στην τράπεζα τιμολογίου αγοράς. Αυτό σημαίνει ότι τα χρήματα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για οποιονδήποτε σκοπό.
Αντίθετα, για τη λήψη καταναλωτικού δανείου, το ύψος του οποίου μπορεί να ανέλθει υπό προϋποθέσεις σε υψηλότερα επίπεδα, ο δανειολήπτης υποχρεούται να υποβάλει κατά τη διαδικασία έγκρισης του δανείου προτιμολόγιο των αγορών που θέλει να πραγματοποιήσει. Τα χρήματα του δανείου καταβάλλονται απευθείας στον έμπορο ή στην επιχείρηση από την οποία θα γίνει η αγορά και δεν εκταμιεύονται από τον πελάτη.
Εκτός από τη δυνατότητα εκταμίευσης μεγαλύτερου ύψους δανείου, ένα ακόμη πλεονέκτημα των καταναλωτικών δανείων είναι η μεγαλύτερη διάρκεια αποπληρωμής (ως και έξι έτη) που εξασφαλίζει μικρότερες δόσεις, αλλά και η προνομιακή τιμολόγηση (χαμηλότερο επιτόκιο). Αυτό συμβαίνει διότι οι τράπεζες, γνωρίζοντας πού θα χρησιμοποιήσει τα χρήματα του δανείου ο πελάτης, εξασφαλίζονται περισσότερο σε σχέση με τα προσωπικά δάνεια.
Με τα ανοιχτά δάνεια και τις πιστωτικές κάρτες ο σπουδαστής έχει στη διάθεσή του ένα συγκεκριμένο ποσό, το οποίο μπορεί να χρησιμοποιεί όποτε επιθυμεί, και πληρώνει κάθε μήνα τη δόση που αντιστοιχεί στα χρήματα που εκταμίευσε. Και στις δύο περιπτώσεις ο πελάτης επιβαρύνεται με ετήσια έξοδα, τα οποία κυμαίνονται ανάλογα με το προϊόν από 30 ως 80 ευρώ. Σε γενικές γραμμές τα ανοιχτά δάνεια έχουν κατά 2%-3% μικρότερα επιτόκια σε σχέση με τις κάρτες. Σημειώνεται ότι το πιστωτικό όριο των ανοιχτών δανείων και των καρτών είναι σαφώς μικρότερο από το αντίστοιχο των προσωπικών και καταναλωτικών δανείων.
Τέλος, ορισμένες τράπεζες προσφέρουν τρεχούμενους λογαριασμούς με δικαίωμα υπερανάληψης. Το δικαίωμα υπερανάληψης δίνει τη δυνατότητα στον πελάτη (φοιτητή) να δημιουργεί χρεωστικό υπόλοιπο στον τρεχούμενο λογαριασμό του ως και το προκαθορισμένο από την τράπεζα όριο.
Ο πελάτης μπορεί να κάνει χρήση του δικαιώματος υπερανάληψης οποτεδήποτε επιθυμεί και έχει τη δυνατότητα τήρησης χρεωστικού υπολοίπου για ορισμένο χρονικό διάστημα, συνήθως έξι συνεχείς μήνες. Με την πλήρη αποπληρωμή του χρεωστικού υπολοίπου ο πελάτης μπορεί και πάλι να κάνει χρήση του δικαιώματος υπερανάληψης.
Ετσι ο φοιτητής έχει τη δυνατότητα να ανταποκριθεί άμεσα σε τυχόν έκτακτες ανάγκες ρευστότητας και επιπλέον να πραγματοποιεί τις παραπάνω συναλλαγές, αναλήψεις, πάγιες εντολές, μεταφορά κεφαλαίου, αυτόματες χρεώσεις. Το επιτόκιο αυτής της κατηγορίας χρηματοδότησης σε γενικές γραμμές ξεπερνά το 10%.
Τα δικαιολογητικά
Δικαιούχοι των παραπάνω δανείων είναι είτε οι ίδιοι οι φοιτητές-σπουδαστές είτε οι γονείς-κηδεμόνες τους. Στην περίπτωση των ανοιχτών και προσωπικών δανείων και των καρτών τα δικαιολογητικά που ζητούνται για την έγκριση του δανείου είναι τα εξής: δελτίο αστυνομικής ταυτότητας ή διαβατήριο, τελευταίο εκκαθαριστικό σημείωμα της εφορίας ή δήλωση εισοδήματος με υπογραφή παραλαβής, για τους μισθωτούς πρόσφατο εκκαθαριστικό μισθοδοσίας και βεβαίωση ετών απασχόλησης από τον εργοδότη εφόσον τα χρόνια υπηρεσίας δεν εμφανίζονται στο εκκαθαρισ
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr