Σύμφωνα με την έρευνα, στην οποία συμμετείχαν 1.000 Οικονομικοί Διευθυντές από 25 χώρες, σε επιχειρήσεις με πωλήσεις πάνω από 500 εκατομμύρια δολάρια, η εμπιστοσύνη των Οικονομικών Διευθυντών στις εταιρικές αναφορές σε όλες τις πτυχές τους, έχει μειωθεί κατά τους τελευταίους 12 μήνες. Μόνο το 55% των ερωτηθέντων εμπιστεύονται το βαθμό συμμόρφωσης των αναφορών, σε σύγκριση με 84% το περασμένο έτος. Παράλληλα, η συνέπεια στην εφαρμογή των βασικών δεικτών απόδοσης, έχει μειωθεί στο 44%, από 66% το 2014. Λιγότεροι από τους μισούς συμμετέχοντες (45%) είναι πεπεισμένοι για τη σαφήνεια και τη συνάφεια των μηνυμάτων, σε σχέση με 67% το 2014.
Η άποψη των Οικονομικών Διευθυντών ως προς την αποτελεσματικότητα των εταιρικών αναφορών έχει μειωθεί σημαντικά, φθάνοντας το 39%, σε
σύγκριση με 68% το 2014. Μόλις 48% (από 71% το 2014) θεωρούν ότι οι αναφορές τους είναι αποτελεσματικές στην εξασφάλιση της εμπιστοσύνης του Διοικητικού Συμβουλίου. Παράλληλα, το ένα τρίτο των Οικονομικών Διευθυντών (32%) συμφωνεί ότι ο πιο κρίσιμος παράγοντας για την αποτελεσματικότητα των εταιρικών αναφορών είναι να καλύπτουν τις ανάγκες των επιτροπών ελέγχου και άλλων εποπτικών οργάνων. Αντίστοιχα, μόνο το 43% των Οικονομικών Διευθυντών πιστεύουν ότι οι αναφορές τους ανταποκρίνονται στις προσδοκίες των ενδιαφερομένων εκτός της επιχείρησης.
Η Χριστιάνα Παναγίδου, επικεφαλής του τμήματος Χρηματοοικονομικών Λογιστικών Συμβουλευτικών Υπηρεσιών της ΕΥ Ελλάδας, παρατηρεί:
«Οι εταιρικές αναφορές είναι κρίσιμο να παρέχονται έγκαιρα, και με λογικό κόστος και να είναι ουσιαστικές, ώστε να καλύπτουν τις ανάγκες όλων των ενδιαφερομένων. Οι Οικονομικοί Διευθυντές οφείλουν να αξιολογήσουν αντικειμενικά το περιεχόμενο που παράγουν και να αντιμετωπίσουν άμεσα τους προβληματισμούς των ενδιαφερομένων ως προς την αξιοπιστία και την αποτελεσματικότητα των αναφορών. Το πρόβλημα είναι διεθνές, αλλά αφορά ιδιαίτερα και την Ελλάδα, σε μια περίοδο που είναι εξαιρετικά σημαντικό να ενισχυθεί η διαφάνεια και να τονωθεί η εμπιστοσύνη μετόχων, ελεγκτικών αρχών και κοινωνίας προς τις επιχειρήσεις. Οι εταιρικές αναφορές εξυπηρετούν το σκοπό για τον οποίο προορίζονται, μόνο αν οι ίδιοι οι Οικονομικοί Διευθυντές που τις παράγουν, πιστεύουν στην αποτελεσματικότητά τους».
Αντιδρώντας στην αυξανόμενη πολυπλοκότητα
Οι διαφορετικές ανάγκες που απαιτείται να καλυφθούν από τις αναφορές ολοένα και αυξάνονται, για παράδειγμα από αναφορές εταιρικής κοινωνικής ευθύνης μέχρι διοικητική πληροφόρηση, ενώ ταυτόχρονα ο αριθμός των πληροφοριακών συστημάτων από τα οποία προκύπτει η πληροφόρηση αυξάνεται. Επιπλέον, η ζήτηση για πληροφόρηση από τα ενδιαφερόμενα μέρη αυξάνεται, και οι αναφορές οφείλουν να ανταποκρίνονται σε διαρκώς αυστηρότερα πρότυπα (εσωτερικά και εξωτερικά). Το 71% των ερωτηθέντων αναφέρει ότι έχει αυξηθεί σημαντικά ο αριθμός των αναφορών που εκδίδονται και ότι μέρος της αύξησης οφείλεται στις νέες ρυθμιστικές απαιτήσεις, μεταξύ των οποίων η επικείμενη εφαρμογή της οδηγίας της ΕΕ (2014/95) για τις μη χρηματοοικονομικές αναφορές.
Σύμφωνα με τους Οικονομικούς Διευθυντές, η βασική πρόκληση στο σημερινό περιβάλλον είναι η πολυπλοκότητα του κανονιστικού πλαισίου (58%), ο όγκος και ο ρυθμός των μαζικών δεδομένων (big data) (55%), και η πολυπλοκότητα των τοπικών και διεθνών απαιτήσεων συμμόρφωσης (53%).
Οι Οικονομικοί Διευθυντές αντιμετωπίζουν τις τεχνολογικές καινοτομίες και τα big data ως κρίσιμους παράγοντες επιτυχίας. Στο πλαίσιο αυτό, 82% αναμένουν αύξηση των επενδύσεων σε τεχνολογίες σχετικές με τις εταιρικές αναφορές κατά τα επόμενα δύο χρόνια, ενώ το 20% σχεδιάζουν να αυξήσουν τις επενδύσεις στις τεχνολογίες αυτές κατά 20%.
Εντατικότερος έλεγχος των Οικονομικών Διευθυντών από τα Διοικητικά Συμβούλια και τις Επιτροπές Ελέγχου
Οι Οικονομικοί Διευθυντές διαπιστώνουν, επίσης, τις αλυσιδωτές επιπτώσεις του αυξανόμενου ελέγχου από τα εποπτικά συμβούλια και τις επιτροπές ελέγχου. 80% των ερωτηθέντων δηλώνουν ότι οι επιτροπές ελέγχου και τα εποπτικά συμβούλια εστιάζουν περισσότερο στις αναφορές κατά τα τελευταία τρία χρόνια, ενώ το 34% δηλώνουν ότι ο έλεγχος έχει αυξηθεί σημαντικά.
Ένα τρίτο (32%) των Οικονομικών Διευθυντών αναφέρουν ότι το επίπεδο των σχέσεων που διατηρούν με τις επιτροπές ελέγχου επηρεάζει καθοριστικά τη συχνότητα της πληροφόρησης που ζητείται από αυτούς. Το 43% των Οικονομικών Διευθυντών που διατηρούν μια στενή σχέση με την επιτροπή ελέγχου αναφέρουν ότι τα μέλη της επιτροπής ζητούν συχνότερη υποβολή αναφορών. Το αντίστοιχο ποσοστό όσων θεωρούν κακή τη σχέση τους με την επιτροπή ελέγχου περιορίζεται στο 25%.
Η έρευνα διαπιστώνει επίσης ότι αυξάνεται η χρήση των data analytics ως εργαλείου υποστήριξης των απαιτήσεων των ελεγκτικών επιτροπών και συμβουλίων, με το 34% των ερωτηθέντων να δηλώνουν ότι σημειώνουν σημαντική πρόοδο στον τομέα αυτό και το 34% να αναφέρουν πιο περιορισμένη χρήση των analytics. Μεταξύ εκείνων που χρησιμοποιούν τα data analytics, οι τρεις βασικές προτεραιότητες είναι οι πιο εξελιγμένες λύσεις διαχείρισης και αποθήκευσης πληροφοριών (61%), η μεγαλύτερη αυτοματοποίηση στη συγκέντρωση και την παραγωγή πληροφοριών (57%) και η επένδυση σε προηγμένα εργαλεία ανάλυσης και άντλησης δεδομένων (51%).
Η Χριστιάνα Παναγίδου αναφέρει: «Οι επιτροπές ελέγχου βρίσκονται στο μικροσκόπιο ως προς την εκτέλεση των καθηκόντων τους και με τη σειρά τους οι Οικονομικοί Διευθυντές βρίσκονται υπό πίεση για να παρέχουν όλο και περισσότερες πληροφορίες. Ωστόσο, αυτό δεν πρέπει να οδηγήσει σε μια υπερπληθώρα αναφορών. Οι Οικονομικοί Διευθυντές οφείλουν να επεξεργάζονται ένα σημαντικό όγκο δεδομένων για να δημιουργούν χρήσιμες εκθέσεις. Αυτό προϋποθέτει την ύπαρξη ορθής στρατηγικής, διαδικασιών και δεξιοτήτων. Προϋποθέτει επίσης την αξιοποίηση της πληροφόρησης που μας εξασφαλίζουν τα data analytics και γενικότερα των εργαλείων που θέτει στη διάθεσή μας η τεχνολογία, πράγμα το οποίο στη χώρα μας δεν έχει γίνει ακόμη στον απαραίτητο βαθμό».
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr