Το ζητούμενο για την επιστροφή των καταθέσεων που δεν ήταν άλλο από την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης, διακυβεύεται στον απόηχο των καθυστερήσεων στο μέτωπο αξιολόγησης. Συνδυαστικά δε, με τα capital controls και τις αυξημένες ανάγκες νοικοκυριών και επιχειρήσεων κυρίως λόγω της υπερφορολόγησης, ενισχύεται η τάση της… διακράτησης μετρητών εκτός του τραπεζικού συστήματος.
Από τον Ιούνιο του 2015, οπότε επιβλήθηκαν οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων, μέχρι τα πρόσφατα δημοσιευμένα στοιχεία για τον Φεβρουάριο, οι καταθέσεις έχουν κινηθεί πτωτικά. Στο μεσοδιάστημα, παρατηρήθηκε μία μικρή εκτόνωση των εκροών από τον Σεπτέμβριο έως και τον Νοέμβριο του 2015, τον Δεκέμβριο σημειώθηκαν εισροές περί τα 2,5 δισ. ευρώ αλλά έκτοτε οι καταθέσεις πήραν πάλι τον κατήφορο.
Σε γενικές γραμμές, οι καταθέσεις επιχειρήσεων και νοικοκυριών, από τα 122,230 δισ. ευρώ του Ιουνίου των capital controls, διαμορφώθηκαν στα 121,687 δισ. ευρώ τον Φεβρουάριο 2016. Μεμονωμένα οι καταθέσεις των νοικοκυριών στο διάστημα αυτό, υποχώρησαν από τα 104,162 δισ. ευρώ στα 101,647 δισ. ευρώ (- 2.515 δισ. ευρώ), δίνοντας σαφή την εικόνα της εξάντλησης του εβδομαδιαίου ορίου ανάληψης των capital controls (420 ευρώ).
Προκειμένου να αναστραφεί σταδιακά η εικόνα αυτή, οι τράπεζες προσδοκούν στην ολοκλήρωση της αξιολόγησης, η οποία καταρχάς θα «ξεκλειδώσει» από πλευράς ΕΚΤ τις συνθήκες για φθηνότερη χρηματοδότηση του τραπεζικού συστήματος.
Μόλις πάρει το «πράσινο φως» από τη διαπραγμάτευση, ο Μάριο Ντράγκι αναμένεται να επαναφέρει το waiver για τις ελληνικές τράπεζες, δηλαδή την κατ΄ εξαίρεση, λόγω χαμηλής πιστοληπτικής διαβάθμισης, αποδοχή των ελληνικών κρατικών ομολόγων ως ενεχύρων για τη χορήγηση ρευστότητας στις τράπεζες.
Το καθεστώς του waiver ίσχυε μέχρι τις αρχές Φεβρουαρίου 2015, οπότε η ΕΚΤ το κατάργησε ενόψει της εκπνοής του προγράμματος για την Ελλάδα (τέλη Φεβρουαρίου έληγε η δίμηνη παράτασή του), χωρίς να υπάρχει συμφωνία για ένα νέο (το οποίο τελικώς συμφωνήθηκε μεταξύ κυβέρνησης και δανειστών τον Αύγουστο 2015). Στο διάστημα αυτό, και ιδίως μέχρι την επιβολή των capital controls στις 29 Ιουνίου 2015, οι ελληνικές τράπεζες αναγκάστηκαν να καταφύγουν σε αλματώδη δανεισμό από τον Έκτακτο Μηχανισμό Παροχής Ρευστότητας (ELA), ο οποίος από 9 δισ. ευρώ τον Ιούνιο του 2014, έφτασε τα 89 δισ. ευρώ.
Ο δανεισμός μέσω ELA έχει μειωθεί με βάση τα τελευταία στοιχεία (συνεδρίαση ΕΚΤ 21/4 με ισχύ μέχρι τις 4/5) στα 69,4 δισ. ευρώ. Ωστόσο, πρόκειται για δανεισμό που γίνεται με επιτόκιο 1,55% αντί για 0,05% που κοστίζει ο απευθείας δανεισμός από την ΕΚΤ
Επιπλέον, «βαρίδι» για τις τράπεζες αποτελεί ο δανεισμός τους μέσω των ομολόγων του πυλώνα ΙΙ Αλογοσκούφη. Τα ομόλογα του πυλώνα ΙΙ για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες ανέρχονται σε 27,8 δισ. ευρώ και έχουν επιτόκιο 3,05% και τελικό κόστος 3,30% κατόπιν προμηθειών.
Πρόκειται για κόστος από το οποίο θέλουν να απαλλαγούν άμεσα οι τράπεζες, αλλά που δεν μπορούν να επιτύχουν όσο δεν υπάρχει επιστροφή των καταθέσεων.
Υπενθυμίζεται ότι τις προηγούμενες ημέρες η ΕΚΤ ανακοίνωσε πως θα προβεί σταδιακά σε αγορές μέχρι του 50% των ομολόγων EFSF που κατέχουν οι ελληνικές τράπεζες. Πρόκειται για δυνατότητα αγορών έως περίπου 18,5 δισ. ευρώ που θα γίνουν μέχρι τον Μάρτιο του 2017 και οι οποίες βάζουν «πλάτη» στις τράπεζες για την επίτευξη κερδών φέτος. Μάλιστα, χτεσινά δημοσιεύματα ανέφεραν ότι ήδη η ΕΚΤ προχώρησε στις πρώτες αγορές ομολόγων EFSF, ύψους 2,5 δισ. ευρώ, που κατέχουν οι ελληνικές τράπεζες. Πηγές της αγοράς ανέφεραν ότι οι αγορές αφορούν ομόλογα κοντινών λήξεων (το 2018) ενώ η τιμή αγοράς τους ήταν λίγο υψηλότερα από το 101, επιτρέποντας στις τράπεζες να γράψουν μικρά κεφαλαιακά κέρδη.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr