Επιτέλους, τα χρηματιστήρια γυρνούν σε αρνητικό πρόσημο! Και μάλιστα από την αρχή του χρόνου. Καιρό είχαμε να δούμε τόσο αρνητική αφετηρία για μία νέα χρηματιστηριακή χρονιά. Αλλά όποιος ήλπιζε ότι οι αγορές θα ισορροπούσαν τελικά αυτές τις μέρες, έχει διαψευστεί οικτρά. Ιδιαίτερα οι μετοχές των τραπεζών δεινοπαθούν, παρασύροντας και άλλους τίτλους στο σπιράλ της πτώσης.
Τεράστια ποσά έχουν επενδυθεί σε μετοχές. Αυτό συμβαίνει γιατί στα χρηματιστήρια παίζεται το μέλλον. Γιατί κάπου πρέπει να τοποθετηθούν τα δισεκατομμύρια που αδιαλείπτως διοχετεύουν στις αγορές οι κεντρικές τράπεζες. Και γιατί, σε μακροχρόνια βάση, οι μετοχές παραμένουν μία συμφέρουσα επένδυση. Όλα αυτά τα κίνητρα συγκάλυπταν για μεγάλο χρονικό διάστημα τα τεράστια προβλήματα που αναστατώνουν την παγκόσμια οικονομία:
Την ανεπίλυτη ακόμη κρίση στην Ουκρανία. Τον συνεχιζόμενο πόλεμο στη Συρία με τις επακόλουθες προσφυγικές ροές. Την κρίση χρέους στην Ελλάδα, η οποία προσωρινά μόνο φαινόταν να βαίνει προς λύση. Την επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης στην Κίνα. Ωσάν να μην έφταναν όλα αυτά, η τιμή του πετρελαίου ολισθαίνει σε δυσθεώρητα βάθη, γεγονός που μπορεί να ευεργετεί την επιρρεπή στην κατανάλωση πετρελαίου γερμανική οικονομία, αλλά κατά τα λοιπά μάλλον συμφορές προκαλεί. Γιατί κανείς δεν θέλει να βρεθεί αντιμέτωπος με μία μακρά περίοδο αποσταθεροποίησης σε σημαντικές αναδυόμενες αγορές όπως η Ρωσία και η Βραζιλία.
Ας μείνουμε για λίγο στην τιμή του πετρελαίου: Καμία από τις πετρελαιοπαραγωγές χώρες δεν μπορεί να διατηρήσει τα σημερινά επίπεδα παραγωγής. Τόσο η Σαουδική Αραβία, όσο και η Ρωσία, η Βενεζουέλα ή οι ΗΠΑ έχουν πρόβλημα. Θεωρητικά οι Σαουδάραβες θα μπορούσαν να το λύσουν, μειώνοντας για κάποιο χρονικό διάστημα την παραγωγή τους και αυξάνοντας αντιστοίχως την τιμή του προϊόντος. Δεν θέλουν όμως, καθώς δεν επιθυμούν να εμπλακούν σε ανταγωνισμό, ούτε με το «φράκινγκ» των Αμερικανών, αλλά ούτε και με τον προαιώνιο εχθρό, το Ιράν.
Η στρατηγική τους φαίνεται να στέφεται με επιτυχία, τουλάχιστον όσον αφορά τις ΗΠΑ, καθώς πολλές εταιρίες εξόρυξης με τη μέθοδο «φράκινγκ» σηκώνουν πλέον λευκή σημαία. Αυτή είναι άλλωστε μία από τις αιτίες για την πτώση των χρηματιστηρίων: οι εταιρίες αυτές είχαν υπερχρεωθεί για να μπουν σε μία αγορά με υψηλό αρχικό κόστος επένδυσης και όπως εκτιμάται, ανάλογα με τις πηγές που ο καθένας επικαλείται, οφείλουν σήμερα στις τράπεζες δάνεια συνολικού ύψους 250 έως 400 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Να λοιπόν που επιστρέφει και ο φόβος μίας νέας δημοσιονομικής κρίσης. Τα πιστωτικά ιδρύματα, πολλά εκ των οποίων αυτήν την εποχή ασχολούνται περισσότερο με την εσωτερική τους αναδιοργάνωση παρά με οτιδήποτε άλλο, ίσως υποχρεωθούν να αυξήσουν τις επισφάλειές τους. Αυτή η προοπτική προκαλεί στους επενδυτές μεγαλύτερο φόβο από κάθε άλλη εξέλιξη. Τις συνέπειες υφίσταται κυρίως η Deutsche Bank.
Η τιμή της μετοχής της κατέγραψε νέο αρνητικό ρεκόρ το περασμένο Σαββατοκύριακο, αν και η συγκεκριμένη τράπεζα δεν έχει επενδύσει παρά ελάχιστα στον ενεργειακό κλάδο. Όλα αυτά δείχνουν πόσο έντονη είναι η νευρικότητα των επενδυτών, αλλά δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα. Και η πραγματικότητα είναι ότι μετά τις υπερβολές των τελευταίων εβδομάδων οι τιμές των μετοχών θα ισορροπήσουν.
Βέβαια, θεωρείται μάλλον σίγουρο ότι για κάποιο χρονικό διάστημα τα πράγματα «θα γίνουν χειρότερα πριν γίνουν καλύτερα». Όποιος χάνει τον ύπνο του με όλα αυτά, καλύτερα να μην βλέπει καν τις τιμές των μετοχών στο επόμενο χρονικό διάστημα. Για όλους τους υπόλοιπους το σύνθημα είναι: Κρατάμε την ψυχραιμία μας, κλείνουμε τα μάτια και προχωράμε.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr