Η Ευρώπη μάχεται να δώσει νέα πνοή στην ανάπτυξή της σε ένα περιβάλλον ασφυκτικό από τα υψηλά χρέη και τα ελλείμματα. Στον αγώνα της αυτό, τα χρόνια που έρχονται, καθοριστικό ρόλο θα έχουν οι μεταρρυθμίσεις προς όφελος του ανταγωνισμού. Η απελευθέρωση των τομέων των υπηρεσιών, από περιορισμούς που πνίγουν τόσο τον ανταγωνισμό όσο και τη λειτουργική αποδοτικότητα των υπηρεσιών αυτών, δεν είναι πλέον προαιρετική επιλογή αλλά ζωτική ανάγκη.
Η ευκαιρία που παρουσιάζεται για την Ευρώπη να βελτιώσει τη νωθρότητα στους τομείς των υπηρεσιών, είναι ένα από τα κύρια θέματα τα οποία πραγματεύεται η μελέτη, με τίτλο «Ο δρόμος για την οικονομική ανάπτυξη και ανανέωση της Ευρώπης», της MGI. Η μελέτη αυτή αναλύει τα βήματα που ακολουθεί η Ευρώπη στις μεταρρυθμίσεις: στην αγορά εργασίας της, τη μείωση της ανεργίας και την ενδυνάμωση της ανάπτυξης του κατά κεφαλήν ΑΕΠ, στις πολλές πιέσεις που διατηρούν μειωμένη την ανάπτυξη της και τον τρόπο με τον οποίο θα μπορέσει να οικοδομήσει μια αποτελεσματική ατζέντα, χρησιμοποιώντας τις πρόσφατες μεταρρυθμίσεις σαν πλατφόρμα εκκίνησης. Δεδομένων των υψηλών χρεών και των ελλειμμάτων, το πλαίσιο παραμένει περιορισμένο για ώθηση της ανάπτυξης μέσω δαπανών με βραχυπρόθεσμα κίνητρα. Για το λόγο αυτό, η Ευρώπη και ακόμα περισσότερο η Ελλάδα, θα πρέπει να υιοθετήσει δομικές μεταρρυθμίσεις και η ανάδειξη της απόδοσης στους τομείς των υπηρεσιών, είναι κρίσιμη γι αυτή την προσπάθεια.
Πολλοί διαμορφωτές πολιτικής στην Ευρώπη, επικεντρώνονται παραδοσιακά στις επιχειρήσεις εντάσεως τεχνολογίας και στους βιομηχανικούς κλάδους, αντανακλώντας έτσι τον ισχυρό ρόλο τους στην αύξηση της παραγωγικότητας και την προβολή των οικονομιών της περιοχής στον παγκόσμιο ανταγωνισμό. Αλλά, παραμένει το γεγονός, ότι ο αριθμός των θέσεων εργασίας που απωλέσθηκαν στην ευρωζώνη προέρχεται από τη βιομηχανία, και μόνο οι τομείς των υπηρεσιών αύξησαν τα επίπεδα απασχόλησής τους. Αυτό σημαίνει ότι οι υπηρεσίες προσφέρουν στην Ευρώπη τη σημαντικότερη δυνατότητα για δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.
Μια σειρά από κανονισμούς και εμπόδια που υψώνονται στις αγορές της Ευρώπης, κλείνουν το δρόμο στην αύξηση της παραγωγικότητας των υπηρεσιών, οι οποίες υποφέρουν στη λειτουργία τους από εμπόδια σχετικά με τον ανταγωνισμό προϊόντων, ακινήτων και αγοράς εργασίας.
Η απελευθέρωση των μονοπωλιακών κλάδων στην Ευρώπη οδήγησε σε δραστική αύξηση της παραγωγικότητας. Σε συνδυασμό με την προτυποποίηση και τις ρυθμίσεις για την ένταση του ανταγωνισμού δημιουργήθηκαν πολλές επιτυχημένες περιπτώσεις, όπως, για παράδειγμα, αυτή των τηλεπικοινωνιών. Το GSM —Global System for Mobile Communications— αναπτύχθηκε αρχικά το 1992 σε επτά ευρωπαϊκές χώρες. Σήμερα, το σύστημα αυτό έχει περισσότερους από τέσσερα δισ. χρήστες σε όλο τον κόσμο. Στον κλάδο των μεταφορών, η χαλάρωση του ελέγχου τιμών και η άρση των εμποδίων στο διασυνοριακό εμπόριο, οδήγησε σε 15% - 20% πτώση στα κόμιστρα και 5% αύξηση στην ετήσια ανάπτυξη της παραγωγικότητας κατά τη δεκαετία του ‘90 στη Γαλλία και τη Γερμανία.
Παρά τα παραδείγματα αυτά, πολλοί άλλοι κλάδοι υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των ταχυδρομικών, των σιδηροδρομικών μεταφορών και των επαγγελματικών υπηρεσιών, εξακολουθούν να προστατεύονται με κανονισμούς, από τον ανταγωνισμό. Πολλές ευρωπαϊκές χώρες περιορίζουν π.χ. των αριθμό των φαρμακείων, με αποτέλεσμα να δημιουργούν περιφερειακά μονοπώλια στις λιανικές πωλήσεις φαρμακευτικών προϊόντων. Ή ακόμα, μερικές ευρωπαϊκές χώρες καθορίζουν ανώτερες ή κατώτερες τιμές για αρχιτέκτονες και δικηγόρους, όπως -μεταξύ άλλων- στην Ιταλία και τη Γερμανία. Η Γαλλία και η Ισπανία απαγορεύουν τη διαφήμιση στους συμβολαιογράφους. Μερικές χώρες έχουν καταργήσει τέτοιου είδους περιορισμούς στη διαφήμιση και τις τιμές τα τελευταία χρόνια, προφανώς χωρίς να προξενήσουν ζημιά στις αγορές τους. Ωστόσο, πολλοί περιορισμοί παραμένουν.
Οι κανονιστικές ρυθμίσεις, όχι μόνο επιβραδύνουν τον ανταγωνισμό στους τομείς υπηρεσιών στην Ευρώπη, αλλά μπορούν, επίσης, να μειώσουν τη λειτουργική τους αποδοτικότητα. Το λιανεμπόριο π.χ. εξακολουθεί να υποφέρει από περιορισμούς σε προϊόντα και σε ακίνητα. Οι διάφορες ζώνες, που περιορίζουν το μέγεθος και την πυκνότητα των καταστημάτων, θέτουν σε ανταγωνιστικό μειονέκτημα μεγαλύτερες και πιο αποδοτικές μορφές, όπως τα υπερκαταστήματα. Στη Γαλλία, η εισαγωγή περισσοτέρων περιορισμών, για το μέγεθος των καταστημάτων λιανικής, κατά τη δεκαετία του ‘90, εμπόδισε την αύξηση της παραγωγικότητας στον τομέα αυτό. Και αυτό διότι το να ανοίξεις νέο κατάστημα μεγαλύτερο από 6.000 τ.μ. έγινε απαγορευτικό. Κάτι που καθιστούσε το άνοιγμα νέων καταστημάτων ρεαλιστικά ανέφικτο, με αποτέλεσμα τη χαλάρωση των κανονισμών αυτών. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο αριθμός των νέων καταστημάτων επιβραδύνθηκε, λόγω της ανεπαρκούς μεταρρύθμισης στο σχεδιασμό του νόμου. Στη δε Ολλανδία, ανεξάρτητοι δήμοι έχουν την εξουσία να εμποδίζουν τους λιανέμπορους να πωλούν τηλεοράσεις από καταστήματα επίπλων.
Και αν οι αλλαγές αυτές κρίνονται ως απαραίτητες και ζωτικές για την ανάπτυξη στην υπόλοιπη Ευρώπη, στην Ελλάδα η αποφυγή τους οδηγεί σε ακόμα μεγαλύτερη έλλειψη ανταγωνιστικότητας. Δεν έχουμε πλέον την πολυτέλεια να περιμένουμε.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr