Καταρχήν η κυβέρνηση κέρδισε πολιτικό χρόνο, αφού μέχρι τον Ιούλιο δεν θα αντιμετωπίσει πρόβλημα ρευστότητας. Αυτό το είπε ξεκάθαρα και ο Ντάιζενμπλουμ ο οποίος είπε οτι “θέλει πολλή δουλειά ακόμη μέχρι να κλείσει η αξιολόγηση, αλλά δεν υπάρχει βιασύνη διότι η Ελλάδα δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα ρευστότητας”.
Κέρδισε λοιπόν πολιτικό χρόνο μέχρι το καλοκαίρι η κυβέρνηση και δεν θα πιεστεί από έλλειψη χρημάτων να πάει σε εκλογές μέχρι τότε και αυτή είναι μια από τις αιτίες των πανηγυρισμών του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο δεύτερος λόγος για τον οποίο πανηγυρίζουν είναι οτι δεν χρειάζεται φέτος να ληφθούν νέα μέτρα λιτότητας άμεσης εφαρμογής. Η υπερφορολόγηση θα συνεχιστεί χωρίς όμως νέες επιβαρρύνσεις για το 2017. Η κυβέρνηση θα νομοθετήσει φέτος όλα τα μέτρα λιτότητας που θα ληφθούν το 2019. Θα κληθεί λοιπόν η επόμενη κυβέρνηση - κατά πάσα πιθανότητα του Μητσοτάκη - να εφαρμόσει τα βαριά μέτρα λιτότητας που θα νομοθετήσει φέτος ο Τσίπρας. Αυτός είναι ένας δεύτερος λόγος για πανηγυρισμούς από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Ο τρίτος λόγος για τον οποίο πανηγυρίζουν είναι οτι θα συμφωνηθούν από τώρα κάποιες φοροελαφρύνσεις που θα ισχύσουν εαν και μόνο εάν πετύχουμε τους δημοσιονομικούς στόχους φέτος και το 2018. Θα παρουσιάσουν λοιπόν αυτές τις φοροελαφρύνσεις ώς επιτυχία δική τους. Θα μπορούν λοιπόν από φέτος να ανακοινώσουν μειώσεις φόρων για το 2019, τονίζοντας τις λέξεις “μείωση φόρων” και ψιθυρίζοντας τις λέξεις “υπό προυποθέσεις το 2019”.
Αν όμως ξεπεράσουμε το θέμα των πανηγυρισμών και πάμε στην ουσία, αυτό που τελικά μένει από την αποτυχημένη αυτή “διαπραγμάτευση” της κυβέρνησης είναι οτι πρέπει να ξεχάσουμε προς το παρόν τη συμμετοχή της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ. Έτσι καθυστερεί η αύξηση της ρευστότητας που θα έδινε αυτή η συμφωνία. Το νωρίτερο που μπορούμε να περιμένουμε πλέον την ένταξη μας στο QE είναι στο τέλος Απριλίου - και αν.
Το δεύτερο που αφορά τους πολίτες είναι οτι η επίτευξη των πλεονασμάτων 3,5% θα εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο από την υπερφορολόγηση της μεσαίας τάξης τα επόμενα δυο χρόνια. Θα παραμείνουν δηλαδή οι υπερβολικά υψηλοί φόροι τους οποιους ολοένα και περισσότεροι δεν μπορούν να πληρώσουν. Το πλεόνασμα 3,5% το οποίο η κυβέρνηση επιθυμούσε να μειώσει τουλάχιστον σε 3% παραμένει και αυτή η προσπάθεια απέτυχε όπως απέτυχε παταγωδώς και κάθε προσπάθεια μείωσης του χρέους πρίν τις γερμανικές εκλογές. Ούτε καν συμφωνήθηκε πώς θα γίνει αυτή η μείωση - αν γίνει- στο μέλλον.
Αυτό που έχει επίσης ενδιαφέρον για τους πολίτες άμεσα, είναι η “συμβουλή” του Ντάιζενμπλουμ να μειώσουμε από το 2018 αντί για το 2019 το αφορολόγητο. Αυτό είναι κάτι που το θέλει και το ΔΝΤ, αλλά η κυβέρνηση δεν είναι υποχρεωμένη να το κάνει. Αν το κάνει, αυτό θα σημαίνει οτι η μείωση του αφορολογήτου θα αφορά τα εισοδήματα του 2017. Και φυσικά αν το κάνει, θα μπορεί κάποιος βάσιμα να υποθέσει οτι η κυβέρνηση προβλέπει πως το 2018 δεν θα είναι κυβέρνηση, οπότε πάλι ο Μητσοτάκης θα “λουστεί” το πολιτικό κόστος της μείωσης του αφορολογήτου, με δική της απόφαση.
Τα μέτρα που θα νομοθετήσει και θα εφαρμόσει η κυβέρνηση από φέτος, αφορούν το άνοιγμα των αγορών και των επαγγελμάτων, τις διωτικοποιήσεις και τα εργασιακά. Στα εργασιακά, διαφαίνεται κάποιο περιθώριο επαναφοράς των συλλογικών συμβάσεων και αυτό είναι μια ακόμη αιτία πανηγυρισμού για την κυβέρνηση.
Και ενώ όλα δείχνουν οτι έχουμε αποδεχθεί τα πάντα που ζητούσαν οι δανειστές, ξεκινάει τώρα η συζήτηση με τα τεχνικά κλιμάκια για να συγκεκριμενοποιηθούν τόσο τα μελλοντικά μέτρα, όσο και οι μελλοντικές φοροελαφρύνσεις. Το πρόβλημα όμως είναι οτι οι φοροελαφρύνσεις που θα συμφωνηθούν, δεν είναι αυτές που θα ήθελε ο ΣΥΡΙΖΑ και για αυτές ξεκινά τώρα μια διαπραγμάτευση με τα τεχνικά κλιμάκια των θεσμών. Οι φοροελαφρύνσεις που θέλει ο ΣΥΡΙΖΑ αφορούν τον ΕΝΦΙΑ, το ΦΠΑ στην εστίαση και το φόρο των επιχειρήσεων. Οι θεσμοί θέλουν πολύ μεγάλη μείωση του φόρου των επιχειρήσεων κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες, μείωση μόνο των υψηλών συντελεστών του φόρου εισοδήματος και μείωση του υψηλού συντελεστή ΦΠΑ από 24% σε 23%.
Το άλλο πρόβλημα είναι οτι η κυβέρνηση έχοντας χάσει όλες τις προθεσμίες για την αξιολόγηση και το QE και όλες τις ευκαιρίες που αυτές θα δημιουργούσαν, δεν βιάζεται τώρα να συμφωνήσει και να νομοθετήσει τίποτα. Έχει κερδίσει κάποιο χρόνο για να παρουσιάσει τα πράγματα όπως την συμφέρουν και να μεταρέψει αυτή την κατά κράτος ήττα σε επικοινωνιακή νίκη με στόχο να κερδίσει τις εντυπώσεις σε κάποιους έστω ψηφοφόρους της και να συγκρατήσει την δημοσκοπική της πτώση.
Κερδίζει επίσης χρόνο για να οργανώσει το πώς και το πότε θα φύγει και την απόφαση αυτή θα την εισηγηθεί ο πρόεδρος της Βουλής και “δημιουργός” του ΣΥΡΙΖΑ, Νίκος Βούτσης ο οποίος έχει αναλάβει να κρίνει το πότε θα πρέπει ο ΣΥΡΙΖΑ να προσφύγει σε εκλογές. Αν διαπιστώσει οτι η πτώση σταματάει και υπάρχει δυνατότητα δημοσκοπικής ανόδου, η απόφαση για εκλογές αναβάλεται. Αν διαπιστώσει οτι η πτώση συνεχίζεται και δεν μπορεί να ανακοπεί, θα εισηγηθεί στο Μαξίμου και στο κόμμα εκλογές προκειμένου να διατηρηθεί ένα στοιχειωδώς αξιοπρεπές ποσοστό στις εκλογές.
Φυσικά οι καθυστερήσεις αυτές που οφείλονται στην προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να σταθεροποιηθεί πολιτικά, προκαλούν μεγάλη ζημιά στη χώρα διότι η αναβολή της αξιολόγησης και της συμμετοχής στο QE και η καθυστέρηση της εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων μεταφράζονται σε αναβολή επενδυτικών σχεδίων από Έλληνες και ξένους επενδυτές, σε παράταση της αβεβαιότητας και σε καθυστέρηση της ανάπτυξης.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr